ΦΙΛΙ ΑΓΑΠΗΣ ΣΤΙΣ ΠΛΗΓΕΣ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ Γράφει ο ο ΠΕΤΡΟ ΤΣΕΡΚΕΖΗΣ
ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΚΩΣΤΑ ΝΟΥΣΙΑ
Πέρασε πολύς καιρός από τότε που γνωριστήκαμε με τον ποιητή Κώστα Νούσια, έτρεξαν πολλά νερά, γάργαρα και θολά ποτάμια από τότε. Ο γελαστός και κάπως συγκρατημένος νεαρός με τα ονειροπόλα μάτια ποιητή, μόλις τελείωνε την καλλιτεχνική σχολή διορίζονταν στο Αργυρόκαστρο στη μεσαία σχολή καλών τεχνών που μόλις είχε ανοίξει και λειτουργούσε στην πέτρινη πόλη του νότου. Εκεί στα καλντερίμια της ονειρικής πόλης αλαφροπάτησε η μούσα και στάθηκε μπροστά του με όλη την λαμπερή της ομορφιά και πολλές φορές ωστόσο σκόνταψε και γκρεμοτσακίστηκε «βάζοντας πέτρες στην καρδιά» του ποιητή, όπως στην καρδιά κάθε πληγωμένου Ηπειρώτη που του πρόδωσαν τα ιδανικά και του «πούλησαν το Αργυρόκαστρο» και την πατρίδα. Τον είχε επισκεφθεί βέβαια η μούσα και παλιότερα «τότε που παίζαμε με χαρά στον Αϊ Θανάση/ ξέγνοιαστοι κυνηγούσαμε του κάκου/ την μπάλα που μας ήταν, όλη η πλάση/ κι έπλεε στα νερά του Μεγαλάκου.», ή όταν έτρεχε στα μονοπάτια της παιδικής ηλικίας και της εφηβείας στις ηλιόλουστες πλαγιές
τουχωριού του Βελιάχοβο πλάθοντας τα ωραία όνειρα σαν οι ταπεινές οι μαργαρίτες με μάτια από ήλιο. Η ιδιαιτερότητα στο έργο του Κώστα Νούσια είναι πως η μουσική και η ποίηση συνοδοιπορούν, συζούν αρμονικά, αγαπιούνται σαν αδερφικές ψυχές και παίρνουν το δρόμο μαζί προς τις καρδιές των συνανθρώπων μας. Ο Κώστας χτίζει πάνω σε στερεό έδαφος, δεν κάνει μπολιάσματα, γι αυτό η μουσική με την ποίηση γίνονται ένα και φτιάχνουν το τραγούδι, πλέκουν τον ύμνο της ζωής. Όλο αυτό το οικοδόμημα βασίζεται στα θεμέλια της Ηπειρώτικης γης και της ιστορίας μας, στο λαϊκό λόγο, στο δημοτικό τραγούδι, στην πολυφωνία του τόπου μας, που ζει ακόμα έντονα και τραντάζει τα φυλλοκάρδια του. Η ποίηση του Κώστα ρέει αβίαστα, δημιουργεί το δικό της κόσμο, που μοιάζει απλός, αλλά εκεί στο απλό είναι η ομορφιά, χωρίς αχρείαστους εντυπωσιασμούς και άχρηστα μπιχλιμπίδια που διαβρώνουν το πρόσωπό της και την ομορφιά της. Όλο του το έργο κρατάει τη σφραγίδα της Ηπειρώτικης γης και των ανθρώπων της. Όλο το έργο του κρατάει το άρωμα αυτής της γης του μύθου, της ιστορίας και της τραγικής της μοίρας, αλλά ιδιαίτερα η πρόσφατη συλλογή του «Η τριλογιά της πατρίδας μου» Μπίστρσσα – Δερόπολη – Χιμάρα, είναι Ωδές και ύμνοι για την ιδιαίτερη πατρίδα του, τρεις ποιητικές συνθέσεις ζυμωμένες στο σκαφίδι του πόνου, σχεδιάζει και λαξεύει με την πένα του το θρυλικό πορτρέτο του τόπου μας. Η ποίηση του είναι μια κραυγή αγωνίας, ένα φιλί αγάπης και λατρείας στην ανοιχτή πληγή της Βορειοηπειρώτικης γης, ένας θρήνος για τη μοίρα της, ένας ύμνος περηφάνιας γι αυτή τη θρυλική και λεβεντογέννα μάνα που γέννησε θεούς και ήρωες και άντεξε στις καταιγίδες του χρόνου. «Αναπηδά το αίμα μας,/ φοίνικας – ανασταίνεται/ στ’ αμέτρητα τα χρόνια./ ...όταν μας την ξεκόβουνε/ την Ήπειρο απ’ την Ήπειρο/ γίνεται γερακίνα,/ γεννα Σπυρομηλιέους./ (Άπειρος Χώρα).
ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΚΩΣΤΑ ΝΟΥΣΙΑ
Πέρασε πολύς καιρός από τότε που γνωριστήκαμε με τον ποιητή Κώστα Νούσια, έτρεξαν πολλά νερά, γάργαρα και θολά ποτάμια από τότε. Ο γελαστός και κάπως συγκρατημένος νεαρός με τα ονειροπόλα μάτια ποιητή, μόλις τελείωνε την καλλιτεχνική σχολή διορίζονταν στο Αργυρόκαστρο στη μεσαία σχολή καλών τεχνών που μόλις είχε ανοίξει και λειτουργούσε στην πέτρινη πόλη του νότου. Εκεί στα καλντερίμια της ονειρικής πόλης αλαφροπάτησε η μούσα και στάθηκε μπροστά του με όλη την λαμπερή της ομορφιά και πολλές φορές ωστόσο σκόνταψε και γκρεμοτσακίστηκε «βάζοντας πέτρες στην καρδιά» του ποιητή, όπως στην καρδιά κάθε πληγωμένου Ηπειρώτη που του πρόδωσαν τα ιδανικά και του «πούλησαν το Αργυρόκαστρο» και την πατρίδα. Τον είχε επισκεφθεί βέβαια η μούσα και παλιότερα «τότε που παίζαμε με χαρά στον Αϊ Θανάση/ ξέγνοιαστοι κυνηγούσαμε του κάκου/ την μπάλα που μας ήταν, όλη η πλάση/ κι έπλεε στα νερά του Μεγαλάκου.», ή όταν έτρεχε στα μονοπάτια της παιδικής ηλικίας και της εφηβείας στις ηλιόλουστες πλαγιές
τουχωριού του Βελιάχοβο πλάθοντας τα ωραία όνειρα σαν οι ταπεινές οι μαργαρίτες με μάτια από ήλιο. Η ιδιαιτερότητα στο έργο του Κώστα Νούσια είναι πως η μουσική και η ποίηση συνοδοιπορούν, συζούν αρμονικά, αγαπιούνται σαν αδερφικές ψυχές και παίρνουν το δρόμο μαζί προς τις καρδιές των συνανθρώπων μας. Ο Κώστας χτίζει πάνω σε στερεό έδαφος, δεν κάνει μπολιάσματα, γι αυτό η μουσική με την ποίηση γίνονται ένα και φτιάχνουν το τραγούδι, πλέκουν τον ύμνο της ζωής. Όλο αυτό το οικοδόμημα βασίζεται στα θεμέλια της Ηπειρώτικης γης και της ιστορίας μας, στο λαϊκό λόγο, στο δημοτικό τραγούδι, στην πολυφωνία του τόπου μας, που ζει ακόμα έντονα και τραντάζει τα φυλλοκάρδια του. Η ποίηση του Κώστα ρέει αβίαστα, δημιουργεί το δικό της κόσμο, που μοιάζει απλός, αλλά εκεί στο απλό είναι η ομορφιά, χωρίς αχρείαστους εντυπωσιασμούς και άχρηστα μπιχλιμπίδια που διαβρώνουν το πρόσωπό της και την ομορφιά της. Όλο του το έργο κρατάει τη σφραγίδα της Ηπειρώτικης γης και των ανθρώπων της. Όλο το έργο του κρατάει το άρωμα αυτής της γης του μύθου, της ιστορίας και της τραγικής της μοίρας, αλλά ιδιαίτερα η πρόσφατη συλλογή του «Η τριλογιά της πατρίδας μου» Μπίστρσσα – Δερόπολη – Χιμάρα, είναι Ωδές και ύμνοι για την ιδιαίτερη πατρίδα του, τρεις ποιητικές συνθέσεις ζυμωμένες στο σκαφίδι του πόνου, σχεδιάζει και λαξεύει με την πένα του το θρυλικό πορτρέτο του τόπου μας. Η ποίηση του είναι μια κραυγή αγωνίας, ένα φιλί αγάπης και λατρείας στην ανοιχτή πληγή της Βορειοηπειρώτικης γης, ένας θρήνος για τη μοίρα της, ένας ύμνος περηφάνιας γι αυτή τη θρυλική και λεβεντογέννα μάνα που γέννησε θεούς και ήρωες και άντεξε στις καταιγίδες του χρόνου. «Αναπηδά το αίμα μας,/ φοίνικας – ανασταίνεται/ στ’ αμέτρητα τα χρόνια./ ...όταν μας την ξεκόβουνε/ την Ήπειρο απ’ την Ήπειρο/ γίνεται γερακίνα,/ γεννα Σπυρομηλιέους./ (Άπειρος Χώρα).
Ο Κώστας Νούσιας γεννήθηκε στο Βελιάχοβο των Αγίων Σαράντα το 1962. Σπούδασε μουσική στο Μουσικό Λύκειο των Τιράνων, ενώ το 1987 αποφοίτησε από το ανώτατο Ινστιτούτο Καλών Τεχνών των Τιράνων. Μετά το 1990 στην Ελλάδα, ανέπτυξε τις σπουδές και τις γνώσεις του γύρω από τη λογοτεχνία και τη Θεωρία της Μουσικής. Έχει Εκδώσει ποιητικές συλλογές και CD με μουσική και τραγούδια. Συμπεριλαμβάνεται σε δύο Βαλκανικές ανθολογίες ποιημάτων και στην Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια «Who is who». Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, ρωσικά, αλβανικά, συριακά, γαλλικά και ρουμανικά, ενώ στη Βουλγαρία έχει εκδοθεί η ποιητική του συλλογή «Ευκαιρία». Είναι ιδρυτής και πρόεδρος της Ένωσης Καλλιτεχνών Β. Ηπείρου και Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Πρώτου Φεστιβάλ Βορειοηπειρωτικής Λαογραφίας με έδρα το Ζάπειο Μέγαρο. Έχει συνθέσει τον Ύμνο για το Ζάπειο Μέγαρο. Είναι ιδρυτής και μέλος του μουσικού συνόλου «ΗΧΩ ΑΘΗΝΩΝ», ενώ έχει συμπράξει με πολλές συμφωνικές ορχήστρες στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Για την προσφορά του έχει βραβευτεί από το σύλλογο Ελλήνων Λογοτεχνών. Επίσης βραβεύτηκε με το μετάλλιο του Ομίλου για την Ουνέσκο, Τεχνών, Λόγου κι Επιστημών Ελλάδος. Σήμερα εργάζεται ως καθηγητής στο Μουσικό Γυμνάσιο-Λύκειο Ιλίου, στην Αθήνα. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές «Θρυλική Συμφωνία», «Οδός Ελευθερίας» και «Η τριλογία της πατρίδας μου».
Η ποίηση του Κώστα Νούσια είναι ένα λυγερό άγγιγμα ψυχής, ένα άγγιγμα της ιστορικής μνήμης, με όλο το σεισμικό τράνταγμα της ιστορίας με το χωροχρόνο πάντα να προηγείται του παρόντος. ‘Άνοιξη έξω από το παράθυρο, φθινόπωρο έξω από το παράθυρο, στρόβιλος χρόνων, δραματικών γεγονότων και πεσμένων φύλλων μέσα στα μάτια μας και η ανήσυχη συνείδηση του ποιητή να τα συσσωρεύει όλα σαν καλή νοικοκυρά και σαν η μέλισσα να επεξεργάζεται τη γύρη και να παράγει το μέλι της ποίησης. Ο ποιητής είναι ορκισμένος φυσιολάτρης, όπως είναι και ορκισμένος εχθρός του κακού και ονειροπόλος του μέλλοντος. Μέσα στο ποιητικό του δισάκι κουβαλάει το υδάτινο γαλάζιο του Ιονίου, τα θρυμματισμένα μάρμαρα του τόπου του, τους κάμπους, τα βουνά και τα ποτάμια που αχούν από τους θρύλους, τα πολυφωνικά τραγούδια και την παλικαριά, τους ερειπωμένους ναούς την τραυματισμένη λεβεντιά και αξιοπρέπεια που είναι η ιερή κληρονομιά και η ταυτότητα του τόπου μας. Όλα αυτά στην ποίηση του Νούσια παίρνουν σάρκα και οστά, παίρνουν νόημα και ομορφιά, γίνονται τραγούδι. Ο ορίζοντας συσσωρεύει τη γκρίζα θλίψη κι αυτός τραγουδάει με την προσδοκία του λαμπρού μέλλοντος. Η ποίηση τρυπάει και την πιο μουντή συννεφιά και κακοκαιρία κι έρχεται να χαϊδέψει με μια ακτίνα αισιοδοξίας τις πληγωμένες ψυχές. Ο κόσμος χαλάει κι αυτός τραγουδάει. Δε γλεντάει τη λύρα του αλλά αγγίζει τις πληγές του βασανισμένου και ακλόνητου Ηπειρώτη.
Ο Νούσιας στην πλειοψηφία του έργου του είναι λάτρης της έμμετρης ποίησης. Αλλά και στον ελεύθερο στοίχο η ποίησή του είναι νοικοκυρεμένη. Ίσος να είναι αυτό ένα αίτημα όπως διατυπώνει ο ποιητής Νάσος Βαγενάς για «έξοδο προς μια πραγματική επαναμάγευση του ποιητικού λόγου». Να πορεύεσαι με τον παραδοσιακό στοίχο δε
σημαίνει πως θα χάσεις το σύγχρονο νόημα της ποίησης, τη μαγεία της εικόνας, της μεταφοράς, του συμβολισμού ή της ποιητικής τέχνης και λόγου στο σύνολό τους. Στις ποιητικές του συλλογές ο Νούσιας μας παίρνει από το χέρι και μας ταξιδεύει στον τόπο της καταγωγής του, μας πάει στις ρίζες μας, ρίζες που όσο να τις κόψεις βλασταίνουν. Το παρόν στην ποίηση του Νούσια έχει μορφή, είναι η προσωπογραφία ενός τόπου που μπορούν να του φάνε τη σάρκα, αλλά τα οστά θα μείνουν, ενός τόπου που τον τοποθέτησαν στην κλίνη του Προκρούστη και τον σακάτεψαν ανεπανόρθωτα. Η προσέγγιση της Ηπειρώτικης ελληνικής ταυτότητας γίνεται με τον τρόπο του αρχαιολόγου που αγγίζει κάθε πολύτιμο αντικείμενο από τις σκαπάνες στις περιοχές της ανθρώπινης ψυχής του Ηπειρώτη και το σηκώνει ψηλά να λάμψει η ομορφιά του κάτω από τον ήλιο, να τη χαρούν όλη να και να θαμπώσει τυφλώνοντας εκείνους που δε μας θέλουν, τους πλαστογράφους της ιστορίας, όλους τους εχθρούς μας.
Δεν ξέρω ποια από της τέχνες πρωτοπορεί στην πνευματική ζωή του Κώστα Νούσια η ποίηση ή η μουσική, γιατί ο δημιουργός είναι ερωτευμένος με δυο μούσες και ερωτοτροπεί ταυτόχρονα στο στερέωμα της ποίησης και της μουσικής. Είναι ωστόσο επαγγελματίας μουσικός, είναι μουσικοσυνθέτης, οργανοπαίχτης, οργανώνει συναυλίες, βγάζει CD και γράφει ποίηση. Μια δραστήρια πνευματική ζωή. Ωστόσο τίθεται ένα ερώτημα: είναι ισάξια η ποίηση με τη μουσική του; Ποια από τις δυο τέχνες νιώθει αδικημένη; Μολονότι ο αναγνώστης μπορεί να σκεφτεί πως η καθεμιά από τις μούσες λειτουργεί ξεχωριστά πιστεύω πως στον Κώστα Νούσια δεν είναι έτσι. Οι δυο μούσες είναι συμβίες, όπως και να είναι η ποίηση συμπληρώνει τη μουσική και η μουσική την ποίηση. Είναι σαφέστατη η προσπάθεια του γλυκύτατου μουσικού ρυθμού στην καλλιέργεια του ποιητικού λόγου, ο εσωτερικός ήχος φτάνει στο αυτή του αναγνώστη με μεστωμένες ποιητικές ιδέες και μεταφορές οι οποίες έχουν χροιά και σου θυμίζουν ήχους δημοτικών τραγουδιών που αγαπάμε και είναι ηχογραφημένες στην ταινία της ψυχής. Με την ίδια πολυφωνική χροιά πλάθει και τη μουσική με ποιητικές λέξεις. Ιδού ι ιδιαιτερότητα του ποιητή Κώστα Νούσια. Κάθε νέα δημιουργία είναι χαρά και επιτυχία όχι μόνο για τον ποιητή, αλλά και για το ευρύτερο κοινό, είναι λόγια καρδιάς που ανεμίζουν σαν φλάμπουρο αισιοδοξίας και προσδοκίας στον Ηπειρώτικο ουρανό. Ευχόμαστε στο δημιουργό νέες επιτυχίες για να κάνομε πιο περήφανη την ιδιαίτερη πατρίδα μας.
Ο Νούσιας στην πλειοψηφία του έργου του είναι λάτρης της έμμετρης ποίησης. Αλλά και στον ελεύθερο στοίχο η ποίησή του είναι νοικοκυρεμένη. Ίσος να είναι αυτό ένα αίτημα όπως διατυπώνει ο ποιητής Νάσος Βαγενάς για «έξοδο προς μια πραγματική επαναμάγευση του ποιητικού λόγου». Να πορεύεσαι με τον παραδοσιακό στοίχο δε
σημαίνει πως θα χάσεις το σύγχρονο νόημα της ποίησης, τη μαγεία της εικόνας, της μεταφοράς, του συμβολισμού ή της ποιητικής τέχνης και λόγου στο σύνολό τους. Στις ποιητικές του συλλογές ο Νούσιας μας παίρνει από το χέρι και μας ταξιδεύει στον τόπο της καταγωγής του, μας πάει στις ρίζες μας, ρίζες που όσο να τις κόψεις βλασταίνουν. Το παρόν στην ποίηση του Νούσια έχει μορφή, είναι η προσωπογραφία ενός τόπου που μπορούν να του φάνε τη σάρκα, αλλά τα οστά θα μείνουν, ενός τόπου που τον τοποθέτησαν στην κλίνη του Προκρούστη και τον σακάτεψαν ανεπανόρθωτα. Η προσέγγιση της Ηπειρώτικης ελληνικής ταυτότητας γίνεται με τον τρόπο του αρχαιολόγου που αγγίζει κάθε πολύτιμο αντικείμενο από τις σκαπάνες στις περιοχές της ανθρώπινης ψυχής του Ηπειρώτη και το σηκώνει ψηλά να λάμψει η ομορφιά του κάτω από τον ήλιο, να τη χαρούν όλη να και να θαμπώσει τυφλώνοντας εκείνους που δε μας θέλουν, τους πλαστογράφους της ιστορίας, όλους τους εχθρούς μας.
Δεν ξέρω ποια από της τέχνες πρωτοπορεί στην πνευματική ζωή του Κώστα Νούσια η ποίηση ή η μουσική, γιατί ο δημιουργός είναι ερωτευμένος με δυο μούσες και ερωτοτροπεί ταυτόχρονα στο στερέωμα της ποίησης και της μουσικής. Είναι ωστόσο επαγγελματίας μουσικός, είναι μουσικοσυνθέτης, οργανοπαίχτης, οργανώνει συναυλίες, βγάζει CD και γράφει ποίηση. Μια δραστήρια πνευματική ζωή. Ωστόσο τίθεται ένα ερώτημα: είναι ισάξια η ποίηση με τη μουσική του; Ποια από τις δυο τέχνες νιώθει αδικημένη; Μολονότι ο αναγνώστης μπορεί να σκεφτεί πως η καθεμιά από τις μούσες λειτουργεί ξεχωριστά πιστεύω πως στον Κώστα Νούσια δεν είναι έτσι. Οι δυο μούσες είναι συμβίες, όπως και να είναι η ποίηση συμπληρώνει τη μουσική και η μουσική την ποίηση. Είναι σαφέστατη η προσπάθεια του γλυκύτατου μουσικού ρυθμού στην καλλιέργεια του ποιητικού λόγου, ο εσωτερικός ήχος φτάνει στο αυτή του αναγνώστη με μεστωμένες ποιητικές ιδέες και μεταφορές οι οποίες έχουν χροιά και σου θυμίζουν ήχους δημοτικών τραγουδιών που αγαπάμε και είναι ηχογραφημένες στην ταινία της ψυχής. Με την ίδια πολυφωνική χροιά πλάθει και τη μουσική με ποιητικές λέξεις. Ιδού ι ιδιαιτερότητα του ποιητή Κώστα Νούσια. Κάθε νέα δημιουργία είναι χαρά και επιτυχία όχι μόνο για τον ποιητή, αλλά και για το ευρύτερο κοινό, είναι λόγια καρδιάς που ανεμίζουν σαν φλάμπουρο αισιοδοξίας και προσδοκίας στον Ηπειρώτικο ουρανό. Ευχόμαστε στο δημιουργό νέες επιτυχίες για να κάνομε πιο περήφανη την ιδιαίτερη πατρίδα μας.
ΠΕΤΡΟ ΤΣΕΡΚΕΖΗΣΈγραψε ο ΠΕΤΡΟ ΤΣΕΡΚΕΖΗΣ Ανάρτηση: Αλέξανδρος Γκίνος |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου