Του Παναγιώτη Μπάρκα
Τελευταία γίνεται πολύ θόρυβος και ποικίλουν οι αντιδράσεις κατά της απόφασης της Αλβανικής Κυβέρνησης για την απάλειψη της εθνικότητας από τα ληξιαρχικά πιστοποιητικά. Δυστυχώς όμως για άλλη μια φορά δεν καταπιανόμαστε από την ουσία, αλλά από το κλίμα εντυπώσεων και την ανάγκη για πίστωση πολιτικών οφελών, με ενέργειες που εξαντλούν απλώς στα όρια των άτυπων υποχρεωτικών δηλώσεων.
Δεν λέω ότι η συγκεκριμένη απόφαση δεν πλήττει την «εθνική ακεραιότητα» της ε.ε. μειονότητας στην Αλβανία. Ασφαλώς και ναι! Στην ουσία αποτελεί ένα ακόμα βήμα, μάλλον το αποκορύφωμα, για τον εξοστρακισμό της από το να αποτελεί σημαντικό αυθεντικό ελληνικό εθνικό κομμάτι της αλβανικής κοινωνίας.
Οι αντιδράσεις, όμως δεν αφορούν αυτή τη συνισταμένη. Είναι αποτέλεσμα του μαζικού προβλήματος που προέκυψε στους Έλληνες βορειοηπειρώτες στις σχέσεις τους με την Ελλάδα και όχι με την Αλβανία. (!!) Αν δεν υπήρχε αυτό το πρόβλημα δεν θα προέκυπτε ουδέν θέμα. (Αν ήταν διαφορετικά θα υπήρξαν αντιδράσεις το Γενάρη όταν λήφθηκε η κυβερνητική απόφαση.)
Το γεγονός επιβεβαιώνει από την μια, την προχειρότητα, επιπολαιότητα και τον αυθορμητισμό των πολιτικών μας εκπροσώπων στην παρακολούθηση των πολιτικών εξελίξεων στη χώρα και σε ζητήματα που αφορούν άμεσα την εθνική μας ταυτότητα. Από την άλλη επιβεβαιώνει ότι οι θεσμοί που εκπροσωπούν επίσημα την ε. μειονότητα παίζουν στο ίδιο ταμπλό με τις αλβανικές αρχές. Άρα δεν είναι μόνο ότι έχουμε τη «σταδιακή διολίσθηση των κυβερνητικών αποφάσεων στην Αλβανία, στις υποδείξεις ακραίων εθνικιστικών κύκλων», όπως αναφέρει στη δήλωση του ο εκπρόσωπος τύπου του ΥΠΕΞ, αλλά και την εκούσια σύμπραξη των δικών μας. Επιβεβαίωση αυτού αποτελούν τα κάτωθι στοιχεία:
Πρώτο. Οι πολιτικοί μας εκπρόσωποι δεν αντέδρασαν διόλου όταν η αλβανική κυβέρνηση αποφάσισε την έκδοση των ηλεκτρονικών αστυνομικών ταυτοτήτων, ID και των γεωμετρικών ή βιομετρικών διαβατηρίων για το εξωτερικό. Στα προσωπικά αυτά έγγραφα, τόσο στα εμφανείς τυποποιημένα στοιχεία, όσο και σε εκείνα που περιέχονται στην μαγνητική ταινία, δεν αναφέρονται στοιχεία που αφορούν την εθνικότητα. Μάλιστα η πρόκληση είναι ανοιχτή στα διαβατήρια. Για την υπηκοότητα (στην αγγλική), χρησιμοποιείται ο όρος «εθνικότητα» και είναι η Αλβανική.(!!).
Τότε, υπήρχε μόνο η ΟΜΟΝΟΙΑ και το ΚΕΑΔ ως πολιτικοί φορείς εκπρόσωποι της ε. ε. μειονότητας. Τότε, οι φορείς αυτοί συνεργαζότανε ή συμμαχούσανε με την κυβέρνηση του Δ. Κόμματος και δεν βγάλανε άχνα.
Είχε προηγηθεί η «αποτυχία» της απογραφής του πληθυσμού του 2001, όπου ενώ δεν βρεθήκαμε «προετοιμασμένοι» για να συμπεριληφθεί στο ερωτηματολόγιο ο αυτοπροσδιορισμός στην εθνικότητα και θρήσκευμα. Και ξανά το ΚΕΑΔ και ΟΜΟΝΟΙΑ ήταν στην κυβέρνηση, τότε των σοσιαλιστών.
Δεύτερο. Η απόφαση της κυβέρνησης για την απάλειψη της εθνικότητας από τα πιστοποιητικά, προηγήθηκε της εσκεμμένης εκστρατείας που θα ακολουθούσε κατά της νέας απογραφής πληθυσμού όπου στο ερωτηματολόγιο προβλέπονταν και ο αυτοπροσδιορισμός στο θέμα εθνικότητας και θρησκεύματος. Ξανά οι πολιτικοί μας εκπρόσωποι, περισσότερο ασχολήθηκαν με το ποιος θα κλέψει τις εντυπώσεις και ποιος θα στήσει καλύτερα τον πολιτικό του αντίπαλο στον τοίχο, παρά καταπιάστηκαν από την ουσία του θέματος. Μάλιστα φάνηκε ξεκάθαρα ότι η εκστρατεία της «Έρυθρόμαυρης Συμμαχίας» κατά της απογραφής, ήρθε γάντι στις προσδοκίες του ΚΕΑΔ-ΟΜΟΝΟΙΑΣ για να μη πραγματοποιούνταν η απογραφή με αυτούς τους όρους, διότι από την μία, ήταν αποτέλεσμα των πολιτικών τους αντιπάλων στην κυβέρνηση. Από την άλλη η ματαίωση της διαδικασίας απογραφής, αποτελούσε διέξοδο στην ηγεσία της ΟΜΟΝΟΙΑΣ-ΚΕΑΔ , στη δεδομένη αποτυχία της όσον αφορά τα οργανωτικά μέτρα για την επίτευξη των ποθούμενων, αλλά ρεαλιστικών αποτελεσμάτων απογραφής.
Η στάση αυτή των δικών μας πολιτικών, επέτρεψε στην αλβανική εθνικιστική εκστρατεία να μετατρέψει το σύμπλεγμα αμφισβήτησης της ποιότητας της εθνικής ταυτότητας της πλειοψηφίας, σε μέσο εκφοβισμού των ελλήνων βορειοηπειρωτών.
Στο θεσμικό πεδίο οι αλβανοί εθνικιστές κατάφεραν να παγώσουν πρώτα και να ακυρώσουν στη συνέχεια την ισχύ του νόμου για τα ληξιαρχεία, όπου αποτελούσε το νομικό παράθυρο επαναφοράς με δικαστικά μέσα (και πολλά Ευρώ) της ελληνικής εθνικότητας.
Τρίτο. Στο ψηφιδωτό της πραγματικότητας εξοστρακισμού της ε.ε, μειονότητας από το να αποτελεί ως τέτοιας, αναπόσπαστο μέρος της αλβανικής κοινωνίας και πλειοψηφίας, συνέβαλαν κατά πολύ οι πολιτικές που στήριξε η ΟΜΟΝΟΙΑ-ΚΕΑΔ σε τέτοια θέματα όπως είναι η παιδεία στη μητρική γλώσσα στο αλβανικό δημόσιο. Όπως είναι γνωστό η μορφή αυτή παιδείας αποτελεί ένα από τα σημαντικά συστατικά στοιχεία κατοχύρωσης της ε.ε. μειονότητας στο αλβανικό κράτος και κοινωνία. Ως τέτοιο, για την ΟΜΟΝΟΙΑ-ΚΕΑΔ σε δηλωτικό επίπεδο, αποτελεί ένα από τα βασικά ζητήματα διεκδίκησης εθνικών δικαιωμάτων. Στην πράξη, η παιδεία στη μητρική γλώσσα στο αλβανικό δημόσιο, υποβαθμίστηκε από την ΟΜΟΝΟΙΑ–ΚΕΑΔ, μέχρι καταστάσεις του ΧΙΧ αιώνα. (Οι ελλείψεις των βιβλίων στη μητρική γλώσσα, οι άθλιες συνθήκες στα σχολεία, οι αποφάσεις για την μη συνένωση των σχολείων μέχρι και τα μέτρα υποβάθμισης του Τμήματος ελληνικών στο πανεπιστήμιο Αργυροκάστρου). Γνωστοί οι λόγοι. Όλα γινότανε να φανεί ως σωτήρια λύση η δήθεν ιδιωτική παιδεία στη μητρική γλώσσα. (Πολλά λεφτά, μέσα, ειδικευμένο προσωπικό από Ελλάδα, σύγχρονες και πολυτελείς κτιριακές εγκαταστάσεις. Με ένα λόγο, κερδοφόρες επιχειρήσεις, την στιγμή που στην παιδεία στη μητρική γλώσσα δεν προσέφεραν κάτι αξιόλογο). Είναι ακριβώς αυτός ο λόγος που το αλβανικό κράτος ενώ πονούσε για τις παραχωρήσεις στον τομέα αυτό, όπως είναι το σχολείο στην Κορυτσά και λιγότερο εκείνο στη Χιμάρα, έβλεπε να το συμφέρει εθνικά.
Τέταρτο. Συνέβαλε σ΄αυτό η πολιτική της ΟΜΟΝΟΙΑΣ και των δομών της που επέτρεψε την πραχτική δημογραφικής αλλοίωσης του συμπαγούς ελληνικού μειονοτικού κομματιού. Σ΄αυτές τις τοπικές εκλογές είδαμε ότι το κομμάτι των αλβανών στο χώρο μας αποφάσιζε για το ποιος θα είναι έπαρχος. Το γεγονός ότι η ΟΜΟΝΟΙΑ –ΚΕΑΔ επέλεξε στις εκλογές αυτές να εκπροσωπήσουν την ε.ε. μειονότητα, άτομα τα οποία και στο παρελθόν απέδειξαν ότι εκπροσωπούν μόνο τη μπίζνα τους με τα εθνικά συμφέροντα για πάρτι τους, τους οποίους δυστυχώς στήριξε προκλητικά και η Ελλάδα, μαρτυρεί ότι στο μέλλον το φαινόμενο αυτό θα βαθύνει.
Ιδιαίτερα λυπηρό είναι το γεγονός ότι και σ΄ αυτή τη στιγμή που βλέπουμε ότι όλα πάνε στραβά και είμαστε αναγκασμένοι να βλέπουμε μπρος μας συντρίμμια, οι πολιτικοί μας εκπρόσωποι και οι οπαδοί τους, εκείνο που τους νοιάζει είναι να δείξουν στις δηλώσεις τους ότι αυτοί είναι οι πιο πατριώτες, ενώ οι πολιτικοί τους αντίπαλοι είναι οι μειοδότες. Εκδηλώνουν φόβο μήπως κάποιος τους αρπάξει την σημαία του ψεύτικου εθνικισμού τους και τους αφήσει με το δάχτυλο στο στόμα. Και τον πόλεμο αυτόν διάσπασης θέλουν να τον εκμεταλλευτούν για να τραβήξουν την προσοχή του κοινού από τις δικές τους εθνικές ευθύνες και κοινοπραξία με αυτούς που τώρα κατηγορούν, τους αλβανούς.
Παναγιώτης Μπάρκας Αργυρόκαστρο 3.06.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου