Τον ανεκπλήρωτα έρωτα ενός Ρωμιού και μιας Εβραίας περιγράφει , με γλαφυρότητα, στο μυθιστόρημά του «Κάποτε στην Άρτα» (εκδ. Στοχαστής) ο Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης, εκπαιδευτικός και συγγραφέας.Γεννημένος στην Αθήνα και με καταγωγή από τη Λέσβο, ο Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης σπούδασε στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία και στην Θεολογική Σχολή Αθηνών. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Μπέρμιχαμ και μετεκπαιδεύτηκε στο Μόναχο, όπου και εργάστηκε για μια πενταετία ως δάσκαλος στο Ευρωπαϊκό Σχολείο. Την τελευταία δεκαετία ζει στο Μενίδι Αιτωλοακαρνανίας και εργάζεται ως Σχολικός Σύμβουλος Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην Άρτα.Περιγράφοντας στο Αθηναικό Πρακτορείο την εμπειρία της συγγραφής του εν λόγω βιβλίου, ο κ. Ιντζέμπελης στέκεται ιδιαίτερα στο κεφάλαιο του Νταχάου (ένα από τα στρατόπεδα κολαστήρια της ναζιστικής μηχανής θανάτου). «Το κεφάλαιο αυτό είναι και το δυσκολότερο γιατί ήθελε εξαιρετική προσοχή. Έχω επισκεφτεί πολλές φορές το Νταχάου και έχω εκδώσει ήδη μια μελέτη για το στρατόπεδο. Έτσι, τόνισα την αλληλεγγύη που υπήρχε μεταξύ των κρατουμένων και την ελπίδα ότι κάποτε θα ελευθερωθούν και θα γυρίσουν στους αγαπημένους τους» εξηγεί.Μέσα από τις
αντιπαραθέσεις και τα εμπόδια του να πραγματοποιηθεί ένας γάμος ανάμεσα σε μια Ρωμιά κι έναν Εβραίο- ιδιαίτερα εκείνη την εποχή -βλέπουμε στο βιβλίο τις καταστάσεις και τα γεγονότα της περιόδου από το 1932 μέχρι και το 1944.Η καθημερινή ζωή, η συνύπαρξη Αρτινών και Εβραίων γίνεται με μια περιγραφή που συνοδεύεται από το αίσθημα αγάπης για τον έρωτα αλλά και βαθύτερα για τη ζωή. Η φτώχεια, η ανέχεια ο πόλεμος δεν αρκούν για να εκπληρωθεί ο πόθος του Παναγιώτη που είναι η κατάκτηση της Εσθήρ. Μιας καλλονής, μιας γυναίκας που έχει το ένστικτο να ανταποκρίνεται στην αγάπη. Η επιμονή του Παναγιώτη και το όραμα που έχει του δίνουν δύναμη και κουράγιο να συνεχίσει. Αν και πλησιάζει ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και η σκληρότητα των κατακτητών δεν αφήνει καμία χαραμάδα ελπίδας…Ο Παναγιώτης, σύμφωνα με τον συγγραφέα, θα διαγράψει την πορεία της Οδύσσειας και θα προσπαθήσει να κρατήσει ανέπαφη την αξιοπρέπειά του και την αγάπη. Με όπλο την επιμονή και την αποφασιστικότητα γίνεται ένα σώμα με τις δυνάμεις αντίστασης. Δεν φοβάται το τίμημα, αρκεί να πετύχει τον σκοπό του να συλλογιέται ελεύθερα. Ο Παναγιώτης, ο Ευριπίδης, η Εσθήρ, ο Σαμπίνος, όλοι οι απλοί άνθρωποι, που άλλοι αναφέρονται με τα ονόματά τους και μπορεί και να μην μας λένε τίποτα σήμερα, είναι αυτοί που οραματίστηκαν μια διαφορετική Ελλάδα μετά την απελευθέρωση από τους κατακτητές. Και που απογοητεύτηκαν από τη συνέχεια, όπως λέει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας.Κάθε συγγραφέας σχεδιάζει και μελετά την επόμενη κίνησή του. Έτσι και ο κ. Ιντζέμπελης, ύστερα από τρεις συλλογές διηγημάτων ξεκίνησε τη συγγραφή ενός μυθιστορήματος . Από την πρώτη στιγμή ήξερε, όπως μας λέει, τον τίτλο. Συνέλεξε στοιχεία από γραπτές πηγές και άκουσε πολλά από ηλικιωμένους που τού περιέγραψαν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και το τι συνέβη στην Άρτα.«Πρέπει να σημειωθεί», εξηγεί ο συγγραφέας, «ότι τότε η Άρτα είχε λιμάνι την Κόπραινα και σημαντική οικονομική ανάπτυξη αφού συνεισέφερε και η εβραϊκή κοινότητα με το εμπόριο. Σκέφτηκα, ο ήρωάς μου να ξεκινά από το νησί του, τη Λέσβο, από το χωριό του την Άντισσα, μετά να πηγαίνει στη Μυτιλήνη και έπειτα στον Πειραιά. Μία πορεία μια εσωτερικής μετανάστευσης ή, καλύτερα, επιβίωσης. Όπως και σήμερα που η ανεργία δεν δίνει ευκαιρίες στους νέους , έτσι και τότε ο Παναγιώτης οδηγείται στην Άρτα όπου θα δουλέψει στο εμπορικό του Εβραίου Σαμπίνου. Η επιστροφή του Παναγιώτη στην πατρίδα είναι μια ακόμη πληγή από εικόνες μετά τον εμφύλιο αλλά και μια έκπληξη για αυτόν- η συνάντηση πάλι με την Εσθήρ».Στο επίκεντρο του μυθιστορήματος, όπως εξηγεί από την πλευρά του ο Βασίλης Μαλισιόβας, πτυχιούχος Κλασικής Φιλολογίας και Κοινωνικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, βρίσκεται ο έρωτας. «Ένας έρωτας ακατάλυτος, που νικά κάθε είδους εμπόδια, που γκρεμίζει κάθε τείχος: φυλετική καταγωγή, θρησκεία, απόσταση. Ούτε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος δεν μπόρεσε να μειώσει την ένταση και το πάθος αυτού του έρωτα. Ακόμη κι όταν ο Παναγιώτης, το ένα από τα κεντρικά πρόσωπα του βιβλίου, βρισκόταν φυλακισμένος στο κολαστήριο του Νταχάου, ακροβατώντας μεταξύ ζωής και θανάτου, ενώ η αγαπημένη του, Εσθήρ, είχε ήδη μεταναστεύσει στην Αγγλία πριν ξεσπάσει ο πόλεμος και το συνακόλουθο πογκρόμ κατά των ομοεθνών της, Εβραίων» σημειώνει.Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, σύμφωνα με τον κ. Μαλισιόβα, έχει το τμήμα εκείνο του βιβλίου που αναφέρεται στις προκαταλήψεις εναντίον όσων είχαν φιλικές ή επαγγελματικές σχέσεις με τους Εβραίους. «Κρυφοεβραίο», λοιπόν, χαρακτήριζε τον Παναγιώτη ο Αρτινός έμπορος- πρώτο αφεντικό του, ο Παρασκευάς, αντανακλώντας την εσωστρέφεια και την καχυποψία, που, δυστυχώς, σε μεγάλο βαθμό εξακολουθούν να ενδημούν στον τόπο μας. «Κρυφοεβραίο» τον ονόμαζε μόνο και μόνο επειδή… τόλμησε να φύγει από τη δούλεψη ενός Έλληνα και να εργαστεί στο εμπορικό ενός Εβραίου.«Περηφάνια νιώθει ο αναγνώστης για τα εξιστορούμενα που αφορούν την αντίσταση κατά των κατακτητών (Γερμανών και Ιταλών), αλλά και αποτροπιασμό για τους δωσίλογους που συνεργάστηκαν μαζί τους. Ακόμη μεγαλύτερη φρίκη νιώθει για όσους πρόδωσαν Έλληνες και Εβραίους που κρύβονταν για να σώσουν τη ζωή τους και οδηγήθηκαν, υπό άθλιες συνθήκες, στα στρατόπεδα του θανάτου της Γερμανίας και της Πολωνίας. Και, δυστυχώς, όπως σε όλη την Ελλάδα, προδότες υπήρχαν και στον τόπο μας» καταλήγει.
αντιπαραθέσεις και τα εμπόδια του να πραγματοποιηθεί ένας γάμος ανάμεσα σε μια Ρωμιά κι έναν Εβραίο- ιδιαίτερα εκείνη την εποχή -βλέπουμε στο βιβλίο τις καταστάσεις και τα γεγονότα της περιόδου από το 1932 μέχρι και το 1944.Η καθημερινή ζωή, η συνύπαρξη Αρτινών και Εβραίων γίνεται με μια περιγραφή που συνοδεύεται από το αίσθημα αγάπης για τον έρωτα αλλά και βαθύτερα για τη ζωή. Η φτώχεια, η ανέχεια ο πόλεμος δεν αρκούν για να εκπληρωθεί ο πόθος του Παναγιώτη που είναι η κατάκτηση της Εσθήρ. Μιας καλλονής, μιας γυναίκας που έχει το ένστικτο να ανταποκρίνεται στην αγάπη. Η επιμονή του Παναγιώτη και το όραμα που έχει του δίνουν δύναμη και κουράγιο να συνεχίσει. Αν και πλησιάζει ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και η σκληρότητα των κατακτητών δεν αφήνει καμία χαραμάδα ελπίδας…Ο Παναγιώτης, σύμφωνα με τον συγγραφέα, θα διαγράψει την πορεία της Οδύσσειας και θα προσπαθήσει να κρατήσει ανέπαφη την αξιοπρέπειά του και την αγάπη. Με όπλο την επιμονή και την αποφασιστικότητα γίνεται ένα σώμα με τις δυνάμεις αντίστασης. Δεν φοβάται το τίμημα, αρκεί να πετύχει τον σκοπό του να συλλογιέται ελεύθερα. Ο Παναγιώτης, ο Ευριπίδης, η Εσθήρ, ο Σαμπίνος, όλοι οι απλοί άνθρωποι, που άλλοι αναφέρονται με τα ονόματά τους και μπορεί και να μην μας λένε τίποτα σήμερα, είναι αυτοί που οραματίστηκαν μια διαφορετική Ελλάδα μετά την απελευθέρωση από τους κατακτητές. Και που απογοητεύτηκαν από τη συνέχεια, όπως λέει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας.Κάθε συγγραφέας σχεδιάζει και μελετά την επόμενη κίνησή του. Έτσι και ο κ. Ιντζέμπελης, ύστερα από τρεις συλλογές διηγημάτων ξεκίνησε τη συγγραφή ενός μυθιστορήματος . Από την πρώτη στιγμή ήξερε, όπως μας λέει, τον τίτλο. Συνέλεξε στοιχεία από γραπτές πηγές και άκουσε πολλά από ηλικιωμένους που τού περιέγραψαν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και το τι συνέβη στην Άρτα.«Πρέπει να σημειωθεί», εξηγεί ο συγγραφέας, «ότι τότε η Άρτα είχε λιμάνι την Κόπραινα και σημαντική οικονομική ανάπτυξη αφού συνεισέφερε και η εβραϊκή κοινότητα με το εμπόριο. Σκέφτηκα, ο ήρωάς μου να ξεκινά από το νησί του, τη Λέσβο, από το χωριό του την Άντισσα, μετά να πηγαίνει στη Μυτιλήνη και έπειτα στον Πειραιά. Μία πορεία μια εσωτερικής μετανάστευσης ή, καλύτερα, επιβίωσης. Όπως και σήμερα που η ανεργία δεν δίνει ευκαιρίες στους νέους , έτσι και τότε ο Παναγιώτης οδηγείται στην Άρτα όπου θα δουλέψει στο εμπορικό του Εβραίου Σαμπίνου. Η επιστροφή του Παναγιώτη στην πατρίδα είναι μια ακόμη πληγή από εικόνες μετά τον εμφύλιο αλλά και μια έκπληξη για αυτόν- η συνάντηση πάλι με την Εσθήρ».Στο επίκεντρο του μυθιστορήματος, όπως εξηγεί από την πλευρά του ο Βασίλης Μαλισιόβας, πτυχιούχος Κλασικής Φιλολογίας και Κοινωνικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, βρίσκεται ο έρωτας. «Ένας έρωτας ακατάλυτος, που νικά κάθε είδους εμπόδια, που γκρεμίζει κάθε τείχος: φυλετική καταγωγή, θρησκεία, απόσταση. Ούτε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος δεν μπόρεσε να μειώσει την ένταση και το πάθος αυτού του έρωτα. Ακόμη κι όταν ο Παναγιώτης, το ένα από τα κεντρικά πρόσωπα του βιβλίου, βρισκόταν φυλακισμένος στο κολαστήριο του Νταχάου, ακροβατώντας μεταξύ ζωής και θανάτου, ενώ η αγαπημένη του, Εσθήρ, είχε ήδη μεταναστεύσει στην Αγγλία πριν ξεσπάσει ο πόλεμος και το συνακόλουθο πογκρόμ κατά των ομοεθνών της, Εβραίων» σημειώνει.Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, σύμφωνα με τον κ. Μαλισιόβα, έχει το τμήμα εκείνο του βιβλίου που αναφέρεται στις προκαταλήψεις εναντίον όσων είχαν φιλικές ή επαγγελματικές σχέσεις με τους Εβραίους. «Κρυφοεβραίο», λοιπόν, χαρακτήριζε τον Παναγιώτη ο Αρτινός έμπορος- πρώτο αφεντικό του, ο Παρασκευάς, αντανακλώντας την εσωστρέφεια και την καχυποψία, που, δυστυχώς, σε μεγάλο βαθμό εξακολουθούν να ενδημούν στον τόπο μας. «Κρυφοεβραίο» τον ονόμαζε μόνο και μόνο επειδή… τόλμησε να φύγει από τη δούλεψη ενός Έλληνα και να εργαστεί στο εμπορικό ενός Εβραίου.«Περηφάνια νιώθει ο αναγνώστης για τα εξιστορούμενα που αφορούν την αντίσταση κατά των κατακτητών (Γερμανών και Ιταλών), αλλά και αποτροπιασμό για τους δωσίλογους που συνεργάστηκαν μαζί τους. Ακόμη μεγαλύτερη φρίκη νιώθει για όσους πρόδωσαν Έλληνες και Εβραίους που κρύβονταν για να σώσουν τη ζωή τους και οδηγήθηκαν, υπό άθλιες συνθήκες, στα στρατόπεδα του θανάτου της Γερμανίας και της Πολωνίας. Και, δυστυχώς, όπως σε όλη την Ελλάδα, προδότες υπήρχαν και στον τόπο μας» καταλήγει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου