17 Ιουνίου 2011

Ένας «Βορειοηπειρώτης» στη νέα Κυβέρνηση!





Μπορεί να μην ανήκει στην τάξη των "εμπλεκομένων" με τα Βορειοηπειρωτικά ζητήματα πολιτικών και να μην έχει απασχολήσει την Βορειοηπειρωτική επικαιρότητα αλλά σίγουρα είναι από τους λίγους που αν και έχουν γεννηθεί Αθήνα, στο βιογραφικό τους αναγράφουν πρώτη την Βορειοηπειρωτική τους καταγωγή. Ευχόμαστε καλό έργο και μιας και βρίσκεται και σε υπουργείο "κλειδί", ας θυμηθεί την καταγωγή του, που με υπερηφάνεια αναγράφει, και ας βρει μια λύση για τις συντάξεις του ΟΓΑ των παππούδων μας που βρίσκονται στο έλεος της μνημονιακής πραγματικότητας και των εναλλασσόμενων εγκυκλίων του ΟΓΑ.



-------------------------------------------


Υφυπουργός Οικονομικών - Παντελής Οικονόμου

 Βιογραφικό:

Γεννήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου του 1950 στην Αθήνα. Η καταγωγή του πατέρα του είναι από την Βόρειο Ήπειρο και της μητέρας του από την Τεγέα της Αρκαδίας. Είναι παντρεμένος με την Ειρήνη Πετροπούλου και έχει δυο παιδιά τον Δημήτρη και τον Αλέξανδρο.

Τελείωσε το 1ο Δημοτικό Σχολείο στο Παγκράτι και το Γυμνάσιο και το Λύκειο του Πειραματικού Σχολείου του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει πτυχίο Μαθηματικών από το Πανεπιστήμιο της Αθήνας και Μάστερ στην Επιχειρησιακή Έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Σάσσεξ της Αγγλίας.

Σταδιοδρόμησε για είκοσι χρόνια στον ιδιωτικό τομέα (από το 1980 έως το 1996) σε διευθυντικές θέσεις στην βιομηχανία και στις υπηρεσίες. Γραφείο: Βουκουρεστίου 40, 10673, Αθήνα τηλ.: 2103634156 τηλ.: 2103634157 Fax: 2103601610

Εντάχθηκε στο ΠΑΣΟΚ από την ίδρυση του και έχει διαρκή ενεργή συμμετοχή μέχρι σήμερα. Εκλέγεται διαρκώς μέλος της Κεντρικής Επιτροπής / Εθνικού Συμβουλίου από το 1ο Συνέδριο και έχει εκλεγεί κατ' επανάληψη μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου / Πολιτικού Συμβουλίου.  Μετά το 8ο Συνέδριο έθεσε υποψηφιότητα για γραμματέας του Εθνικού Συμβουλίου και υποστηρίχθηκε στην ψηφοφορία από 43 μέλη του οργάνου.

Την περίοδο 1991 έως 1993 ανέλαβε την ευθύνη εκπόνησης του κυβερνητικού προγράμματος του  ΠΑΣΟΚ ως εκλεγμένος Γραμματέας του αντίστοιχου Τομέα της Κεντρικής Επιτροπής. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, διαμορφώθηκαν νέες πολιτικές προτάσεις, όπως ο ενιαίος αμυντικός χώρος Ελλάδας – Κύπρου, η αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος και η έμφαση στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Όπως επίσης, αναδείχθηκαν ως προτεραιότητες, η ανάγκη ανάδειξης της Εθνικής Παιδείας και η συγκρότηση μιας σύγχρονης Δημόσιας Διοίκησης.

Στην προεκλογική περίοδο του 1993, η δήλωση του υπέρ της φορολόγησης των αποδόσεων των ομολόγων και των ρέπος, στοίχισε την εκλογή του, αλλά επιβεβαιώθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα

Το 1995 πρόβλεψε ότι το κύμα των οικονομικών μεταναστών δεν θα είναι παροδικό και ζήτησε την οργάνωση της υποδοχής τους στη χώρα μας και την ομαλή συμμετοχή τους στην κοινωνική μας πραγματικότητα. Μέχρι και σήμερα το θέμα αυτό παραμένει στο επίκεντρο του δημοσίου ενδιαφέροντος.

Το 1996 εξελέγη βουλευτής στην εκλογική περιφέρεια της Α Αθήνας. Διατέλεσε Γραμματέας της Επιτροπής Εξωτερικών και Άμυνας,  Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Φιλίας με την Ρωσία, μέλος της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας και μέλος της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής.

Το 1997, με αφορμή το κοινό ανακοινωθέν της Μαδρίτης, υποστήριξε ότι η εξομάλυνση των σχέσεων μας την Τουρκία μπορεί να προκύψει μόνον με βάση την διεθνή νομιμότητα και όχι ως αποτέλεσμα διαπραγματεύσεων μεταξύ δυο πλευρών με αντικρουόμενα συμφέροντα. Η θέση αυτή προξένησε ζωηρές αντιδράσεις. Παρ’ όλα αυτά, υιοθετήθηκε σύντομα και η στροφή αυτή οδήγησε στην συμφωνία του Ελσίνκι. Στην συνέχεια, το 2002, διατυπώθηκε από τον πρωθυπουργό στην συνάντηση του με τον Πρόεδρο Μπους. Στην βάση αυτή σημειώθηκε στην Μαδρίτη και η επιτυχία της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις πιέσεις που ασκήθηκαν από διάφορες πλευρές για την ματαίωση ή την φαλκίδευση της.

Υπήρξε, από την αρχή, εξαιρετικά επιφυλακτικός απέναντι στην συνθήκη του Μάαστριχτ. Η θέση του ήταν ότι στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα δεν ταιριάζει μια τόσο δεξιά στροφή και ότι οι ορίζοντες της ενοποίησης θα έπρεπε να είναι πολύ ευρύτεροι.  Από το 1996, μετά την εγκατάλειψη της ΟΝΕ και τον περιορισμό της σε ζώνη κοινού νομίσματος με ονομαστικά κριτήρια, υποστήριξε ότι το αποτέλεσμα του κοινού νομίσματος δεν θα είναι αυτό που περιμένουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες και κοινωνίες. Για τον ίδιο λόγο, ήταν από την αρχή και παραμένει αρνητικός για πολιτικές ονομαστικής σύγκλισης, όπως αυτές τις οποίες υπαγορεύει το Σύμφωνο Σταθερότητας.

Ειδικότερα για τα δικά μας πράγματα, η εκτίμηση του Παντελή Οικονόμου είναι ότι, πέρα από την υιοθέτηση ονομαστικών στόχων (αύξηση ΑΕΠ, μείωση πληθωρισμού κ.α.), προτεραιότητα έχει η αντιμετώπιση των λαϊκών προβλημάτων. Αυτών που συνήθως λέμε « προβλήματα της καθημερινότητας ». Με άλλα λόγια, η απουσία σύγχρονης και αποτελεσματικής Δημόσιας Διοίκησης και η κρίση της εθνικής μας Παιδείας.

Ο Παντελής Οικονόμου στάθηκε από την αρχή θετικά προς τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Λισσαβώνας ( 23/24 Μαρτίου 2000 ) για την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής στο πλαίσιο μιας οικονομίας βασισμένης στην γνώση. Η προτεραιότητα αυτή παραμένει σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ άλλοτε.

Το 2004 τάχθηκε κατά του σχεδίου Ανάν και το 2006 κατά της αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος.

Σήμερα, υποστηρίζει ότι οι δημόσιες επενδύσεις πρέπει να εξαιρούνται από τον υπολογισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Και στην πατρίδα μας αλλά και στις χώρες της ζώνης του Ευρώ.   

Δεν υπάρχουν σχόλια: