1 Νοεμβρίου 2010

Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος απαντάει στο ρεσιτάλ παραπληροφόρησης του «ιστορικού» Φράσερι

Πολυσέλιδη απάντηση του Αρχιεπισκόπου στην εκστρατεία παραπληροφόρησης  στην οποία έχει επιδοθεί  η εφημερίδα "Gazeta Shqiptare" και εθνικιστικοί κύκλοι στην Αλβανία
Ἕνα ἐπίσημο ταξίδι στή Γεωργία μέ ὑπεχρέωσε νά βρίσκομαι, γιά
ἕνα διάστημα ἐκτός Ἀλβανίας. Μέ εἶχε προσκαλέσει ὁ Μακαριώτατος
Πστριάρχης πάσης Γεωργίας κ. Ἠλίας στή μεγάλη γιορτή τῶν 1.000
χρόνων ἀπό τήν ἀνέγερση τοῦ ἱστορικοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ στήν παλαιά
πρωτεύουσα τῆς Γεωργίας, γιά νά εἶμαι ὁ κύριος ὁμιλητής στήν
πανηγυρική Θεία Λειτουργία στήν ὁποία μετεῖχαν ἐκπρόσωποι ὅλων
τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν. Ἐπίσης, στό Πανεπιστήμιο
῾Ἅγιος Ἀνδρέας Πρωτόκλητος” τῆς Γεωργίας, στήν Τιφλίδα, ἔγινε ἡ
ἀναγόρευσή μου σέ ἐπίτιμο διδάκτορα Φιλοσοφίας. Λόγω τῆς
ὑποχρεώσεως αὐτῆς δέν εἶχα τήν εὐκαιρία νά διαβάσω ὁλόκληρο τόν
νέο λίβελλο τόν ὁποῖο ὁ κ. Φράσερι ἐξαπέλυσε ἐναντίον μου (Gazeta
Shqiptarë, 9-10 Ὀκτωβρίου 2010). Ἐπειδή, ἐκτός ἀπό τούς βαρεῖς
χαρακτηρισμούς (“Ἑλληνας σοβινιστής”, “πράκτορας”, “μισθοφόρος”,
“παράνομος”, “ἀλεποῦ” κ.τ.λ) καί, γενικά, τήν προσβλητική καί ἄδικη
ἐπίθεσή του πού ἀνακαλεῖ στή μνήμη ἀπηρχειωμένη κομμουνιστική
διάλεκτο, τό δυσφημιστικό δημοσίευμα βρίθει ἀπό ἱστορικές
ἀνακρίβειες καί ἐπικίνδυνη παραπληροφόρηση, εἶμαι ὑποχρεωμένος νά
ἀπαντήσω ἐκτενῶς καί, ἀναγκαστικῶς, νά ἀναφερθῶ στό προσωπικό
μου ἔργο.
ΑΒΑΣΙΜΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΥΒΡΕΙΣ
1. Πολύ μέ ἐξέπληξε ὁ τίτλος στήν πρώτη σελίδα τῆς ἐφημερίδος
σας, “Φράσερι: Ὁ Γιαννουλᾶτος Ἕλληνας σοβινιστής …”. Καί αὐτή τήν
ὕβρη τήν ἐπαναλαμβάνει ἐπανειλημμένως ὁ κατήγορός μου. Εἶναι ἡ
πρώτη φορά πού μοῦ ἀποδίδεται ἕνας τέτοιος χαρακτηρισμός.
Δηλώνω, λοιπόν, κατηγορηματικά: σοβινιστής δέν εἶμαι καί οὐδέποτε
ὑπῆρξα. Ἤδη ἀπό τό 1962, εἶχα περιγράψει σέ ἕνα ἄρθρο τό ἰδανικό
μου: “Ὁ οἰκουμενικός ἄνθρωπος”. Καί αὐτό προσπάθησα σέ ὅλη μου τήν
πορεία νά βιώσω. Ἐάν διάβαζαν στήν Ἑλλάδα τόν χαρακτηρισμό τοῦ κ.
Φράσερι, θά γελοῦσαν· ἀσφαλῶς, καί οἱ Ἀλβανοί μετανάστες. Διότι
γνωρίζουν ὅτι, ἀντίθετα, συχνά γίνομαι στόχος διαφόρων σοβινιστικῶν
ἑλληνικῶν κύκλων. Ὁ διακεκριμένος Ἀλβανός δημοσιογράφος κ.
Γκαζμέντ Καπλάνι, ὁ ὁποῖος μάλιστα δέν εἶναι Ὀρθόδοξος, ἐπισημαίνει
στήν ἐφημερίδα Τά Νέα, 2.5.2006: “… θεωρῶ ἰδιαίτερη τύχη καί τιμή γιά
τήν Ἀλβανία τήν ὕπαρξη αὐτῆς τῆς προσωπικότητας ὡς ἐπικεφαλῆς τῆς
Ὀρθόδοξης Αὐτοκέφαλης Ἀλβανικῆς Ἐκκλησίας … ὁ Ἀναστάσιος
ἀποτελεῖ πολύτιμο σημεῖο ἀναφορᾶς γιά ὅλους ἐμᾶς πού προσπαθοῦμε
γιά τή συνύπαρξη Ἑλλήνων καί Ἀλβανῶν. Ἀποτελεῖ πολύτιμο σημεῖο
ἀναφορᾶς γιά τό πῶς μπορεῖ ἡ συνύπαρξη νά ἐπικρατήσει τῆς
παραδοσιακῆς καχυποψίας, ἡ σοφία νά νικήσει τήν ἐθνικιστική
προπαγάνδα, οἱ συγκεκριμένες καθημερινές πράξεις ἀγάπης νά
κερδίσουν τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων”.
Προτείνω σέ ὁποιονδήποτε ἱστορικό νά ἐρευνήσει τά βιβλία καί τά
ἄρθρα, τά ὁποῖα ἔχουν δημοσιευθεῖ σέ πολλές εὐρωπαϊκές γλῶσσες,
γιά νά βρεῖ κάποια φράση πού νά δικαιολογεῖ τήν ὕβρη, “σοβινιστής” καί
τά ὑπόλοιπα προσβλητικά ἐπίθετα. Ὅσοι, ἐπίσης, στήν Ἀλβανία ἔχουν
παρακολουθήσει τίς ὁμιλίες μου καί τά γραπτά μου γνωρίζουν πόσο
ἀστήρικτη εἶναι αὐτή ἡ συκοφαντία. Ἄν ὑπῆρχε ἡ παραμικρή ἀμφιβολία,
δέν θά μέ εἶχαν τιμήσει μέ τόν τίτλο τοῦ Ἐπιτίμου Διδάκτορος 18
Πανεπιστήμια, ὄχι μόνο τῆς Ἑλλάδος ἀλλά καί τῆς Ἀμερικῆς, τῆς
Ἰταλίας, τῆς Ρουμανίας, τῆς Κύπρου, τῆς Γεωργίας, τῆς Ἀλβανίας· οὔτε
θά μέ εἶχαν ἐκλέξει τόσες φορές, ἐπί δεκαετίες, σέ κεντρικές θέσεις
παγκοσμίων ὀργανισμῶν. (Π.χ. Ἀντιπρόεδρος τῆς Συνελεύσεως
Εὐρωπαϊκῶν Ἐκκλησιῶν, Μέλος του Εὐρωπαϊκοῦ Συμβουλίου
Θρησκευτικῶν Ἡγετῶν, Πρόεδρος τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου
Ἐκκλησιῶν, στό ὁποῖο μετέχουν περίπου 350 Ἐκκλησίες ἀπό ὅλο τόν
κόσμο, Ἐπίτιμος Πρόεδρος τῆς Παγκοσμίου Διασκέψεως γιά τή
Θρησκεία καί τήν Εἰρήνη), ὀργανισμῶν πού συστηματικά καταπολεμοῦν
τόν ρατσισμό καί τόν ὁποιονδήποτε σοβινισμό.
2. Στήν πρώτη, ἀπροσδόκητη, ἐπίθεσή του, ὁ κ. Φράσερι μέ εἶχε
κατηγορήσει ὅτι εὐλόγησα “τά φέρετρα πού εἶχαν μέσα ὀστᾶ τῶν
Ἀλβανῶν κατοίκων, μεταξύ τῶν ὁποίων καί μικρῶν παιδιῶν πού πέθαναν
πρίν καί μετά τόν πόλεμο”. Τοῦ ἀπήντησα κατηγορηματικά ὅτι “τόν
προκαλῶ νά ἀναφέρει πότε καί ποῦ ἔκανα κάτι τέτοιο. Πρόκειται γιά
ἀβάσιμη, ἐντελῶς ψευδή πληροφορία”. Περίμενα ἤ νά ἀναφέρει
στοιχειωδῶς τό πότε καί ποῦ ἔγινε κάτι τέτοιο, διότι δέν ἔγινε, ἤ νά
ζητήσει συγγνώμη. Ἀντί αὐτοῦ, ἐπαναλαμβάνει ἀκριβῶς τήν ἴδια φράση
χωρίς κανένα ἀποδεικτικό στοιχεῖο, μέ μιά ἄσχετη φλυαρία καί
συγχρόνως προσθέτει καινούργια κατηγορία, ὅτι πρόκειται “γιά μιά
πράξη πού μπορεῖ νά ταιριάζει μόνο στούς τυμβωρύχους῝. Τέτοιες,
ἐπαίσχυντες συκοφαντικές εἰκασίες, δέν ἀποτελοῦν προσφορά στήν
ἱστορία.
3. Ὁ κ. Φράσερι ἐπανέρχεται στό θέμα τοῦ ναοῦ τῆς Πρεμετῆς,
κάνοντας σύγκριση μέ ὅσα συνέβησαν στά Τίρανα. Προφανῶς, στά
Τίρανα δέν ὑπῆρχε κανένα ἴχνος ἀπό τόν ναό πού κατεδάφισαν γιά νά
κτίσουν τό τεράστιο ξενοδοχεῖο Tirana Hotel. Θά ἦταν, λοιπόν,
παράλογο νά ζητηθεῖ ἡ καταστροφή τοῦ ξενοδοχείου. Στήν Πρεμετή
ὅμως ἐξακολουθοῦν νά ὑπάρχουν οἱ χονδροί τοῖχοι τοῦ παλαιοῦ ναοῦ
καί οἱ προσθῆκες πού ἔγιναν εἶναι λιγότερες καί χωρίς καμμία
αἰσθητική ἀξία. Οὔτε προσεφέρθη στήν Ἐκκλησία ἄλλο οἰκόπεδο, ὅπως
ἔγινε στά Τίρανα. Ἦταν χρέος τῆς ἀλβανικῆς κυβερνήσεως, μετά τήν
ἀποκατάσταση τῆς Δημοκρατίας, νά ἐπιστρέψει στήν Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία τούς ἱερούς χώρους, ὅπως ἔγινε σέ ὅλα τά πρώην
κομμουνιστικά κράτη, ὥστε νά ἀποκατασταθοῦν οἱ χῶροι λατρείας στήν
πρώτη τους ἱερή χρήση. Στήν προηγούμενη ἀπάντησή μου
ὑπεγράμμισα: “Ἐμεῖς δέν εἴμαστε ἐναντίον τοῦ Πολιτιστικοῦ Κέντρου,
προθυμοποιηθήκαμε μάλιστα νά συμβάλλουμε οἰκονομικά γιά τήν
ἀνέγερση ἄλλου μεγάλου κτιρίου σέ οἰκόπεδο πού ἔχει παραχωρηθεῖ
γιά νά ἐγκατασταθεῖ τό Πολιτιστικό Κέντρο”.
Ἐντούτοις, ὁ κ. Φράσερι ἐπαναλαμβάνει μονότονα: “ἀποδεικνύεται
ὅτι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος δέν θέλει νά ἔχει ἡ Πρεμετή ἕνα στέκι τοῦ
ἀλβανικοῦ πολιτισμοῦ. Θέλει νά μετατρέψει τό Κέντρο σέ κέντρο
ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ ἄν καί δέν ὑπάρχει στήν Πρεμετή πληθυσμός
ἑλληνικῆς καταγωγῆς”. Ἄς κάνει μία ἐπίσκεψη, γιά νά βεβαιωθεῖ ὅτι ὅλα
στόν χῶρο τοῦ ναοῦ (Λειτουργία, ἄλλες Ἀκολουθίες, νηπιαγωγεῖο κ.ἄ.)
γίνονται στήν ἀλβανική γλώσσα. Ὁ Ὀρθόδοξος ναός ὑπῆρξε ἐπί αἰῶνες
κέντρο πολιτισμοῦ (μουσική, ἁγιογραφία, ποίηση καί, κυρίως, πηγή
ἀγάπης, πίστεως, ἀλληλεγγύης καί δημιουργίας κοινωνίας), καί
πλούτισε τίς πολιτιστικές ἀξίες τῆς Ἀλβανίας. Τό γνήσιο ἐνδιαφέρον
μας γιά τόν πολιτισμό, ἀποδεικνύει τό γεγονός ὅτι μέ ἐπίπονες
προσπάθειες συγκεντρώσαμε σημαντικούς πόρους καί ἀναστηλώσαμε
60 μνημεῖα πολιτισμοῦ στήν Ἀλβανία, ἱδρύσαμε ἐργαστήρια
ἁγιογραφίας, ἀποκαταστάσεως εἰκόνων, χορωδίες κ.λπ.
4. Στή συνέχεια, ἐπιχειρεῖ _______νά περιγράψει τήν ἱστορία τῆς
Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τό πρόβλημα τῆς ἀνασυστάσεώς της ἀπό τό
1991 ἀνακατεύοντας πραγματικά γεγονότα μέ φανταστικές
ὑποθέσεις καί ἀνακριβεῖς λεπτομέρειες. Π.χ. Ἀναφέρεται στόν Τόμο
“πού ἔδωσε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τό 1937 ἀναγνωρίζοντας τό
Αὐτοκέφαλο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας”. Ὁ Τόμος αὐτός
ἀποτελεῖται ἀπό ἕνα συνεχές κείμενο, γραμμένο στά ἑλληνικά καί
οὐδεμία ἀναγνώριση τοῦ Καταστατικοῦ τοῦ 1929 περιέχει. Σέ ἄλλο
σημεῖο, γράφει: ῍᾽Τό μυαλό τῆς ἑλληνικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας
ἐπενέβη γρήγορα, ἔπεισε τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαῖο νά
ὁρίσει αὐτόν ὡς Ἔξαρχο τόν καθηγητή Ἀναστάσιο Γιαννουλᾶτο” κ.τ.λ..
(Ὁ λιβελογράφος ἀγνοεῖ ὅτι τόν Ἰανουάριο τοῦ 1991, ὅταν ὁρίσθηκα
Ἔξαρχος, ὁ Βαρθολομαῖος δέν ἦταν Πατριάρχης. Ἔγινε ἀργότερα, στίς
22.10.1991).
Ὅσο γιά τήν πρόταση τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Ἀμερικῆς, τό
Πατριαρχεῖο εἶχε τότε διευκρινίσει ὅτι ἐπελέγη ὡς Ἔξαρχος ὁ
συγκεκριμένος Ἱεράρχης ὄχι διότι ἦταν Ἕλληνας ἀλλά διότι ἦταν ὁ
μόνος ἀπό τόν Ὀρθόδοξο κόσμο πού εἶχε μεγάλη ἐμπειρία σέ θέματα
ἱεραποστολῆς καί συγκροτήσεως νέων Ἐκκλησιῶν, ἦταν δέ ἀποδεκτός
ἀπό ὅλο τόν Ὀρθόδοξο κόσμο καί γενικότερα ἀπό τόν χριστιανικό. Ἀπό
τό 1983 ἕως τό 1991 ἤμουν πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς Παγκοσμίου
Ἱεραποστολῆς καί Εὐαγγελισμοῦ τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου
Ἐκκλησιων καί εἶχα προεδρεύσει στή μεγάλη Συνέλευση ὅλων τῶν
χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν πού μετέχουν στό Παγκόσμιο Συμβούλιο
Ἐκκλησιῶν στό Σάν ᾽Αντόνιο, Τέξας (1989). Παρά τίς ἀρχικές
ἐπιφυλάξεις, ὁ ἴδιος ὁ π. Ἄρθουρ Λάιολιν, τόν Ὀκτώβριο 2002 σέ
ἐκπομπή τῆς Voice of America, μεταξύ ἄλλων τόνισε: “Ὡς Ἀλβανοί,
ὀφείλομε νά κρίνουμε τό κάθε ἄτομο ἀπό τίς πράξεις του καί ὄχι ἁπλῶς
ἀπό τήν ἐθνική καταγωγή του. Πιστεύω ὅτι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
Ἀναστάσιος θά ἦταν ἕνα ἰδιαίτερα ξεχωριστό πρόσωπο γιά οἱοδήποτε
ἔθνος καί ὄχι μόνο γιά τούς Ἕλληνες ἤ τούς Ἀλβανούς. Ἀπό πολλές
πλευρές, θά πρέπει νά θεωρηθεῖ ὡς ἕνας διεθνής Ὄρθόδοξος
ἐπίσκοπος ὁ ὁποῖος ἔχει προσφέρει ἕνα παγκόσμιο μήνυμα. Ἐάν ὁ
Δεσπότης Φάν Νόλι ζοῦσε σήμερα, πιστεύω ὅτι αὐτός καί ὁ
Ἀρχιεπίσκοπος Ἀναστάσιος θά ἦταν φίλοι καί συνάδελφοι”.
Ἐπαναλαμβάνοντας αὐτά τά λόγια σέ ἐπιστολή του στόν π. Λουκᾶ
Βερώνη (13.10.2002), σημειώνει: “Οἱ παραπάνω φράσεις ἀποτελοῦν τήν
εἰλικρινή γνώμη μου καί τό σύνολο τῶν ἀπόψεών μου· καί δέν
προορίζονται γιά ἕνα προκατασκευασμένο ἔπαινο. Τό ἔργο τοῦ
Ἀρχιεπισκόπου ὁμιλεῖ ἀπό μόνο του”. Ἐπίσης, ὁ π . Λάιολιν ἔχει
στείλει καί πολλές ἐπιστολές καί ἔχει ἐπανειλημμένως τηλεφωνήσει
στόν Ἀρχιεπίσκοπο ἐκφράζοντας τή χαρά καί τήν ἐπιδοκιμασία του γιά
τό ἔργο πού ὁ τελευταῖος ἔχει ἐπιτελέσει. Ὁ κ. Φράσερι ὅμως
περιορίζει τήν ὀπτική του γωνία στά πρῶτα χρόνια τῆς δεκαετίας τοῦ
1990, ἀγνοώντας τή συνέχεια καί τίς ἐγκάρδιες σχέσεις πού ἔχουν
ἔκτοτε ἀναπτυχθεῖ μέ τήν Ἀλβανική Ἐκκλησία τῆς Ἀμερικῆς.
5. Σέ ἄλλο σημεῖο ἰσχυρίζεται: “Ὁ Α. Γιαννουλᾶτος γρήγορα
ἔστησε τό ἐπιτελεῖο του στήν Κέρκυρα”. Στήν Κέρκυρα εἶχα νά πάω ἀπό
τό 1984 ἕως τό 2007, ὅταν ἀναγορεύθηκα ἐπίτιμος διδάκτορας τῆς
Φιλοσοφίας ἀπό τό Τμῆμα Ἱστορίας τοῦ Ἰονίου Πανεπιστημίου. Στή
συνέχεια μέ παρουσιάζει ὅτι συνεργάσθηκα, ἀπό τότε πού ἦρθα στήν
Ἀλβανία, μέ τόν Μητροπολίτη Σεβαστιανό. Πρόκειται γιά ἐντελῶς
ἀναληθή ἰσχυρισμό. Στούς ἐπαΐοντας εἶναι γνωστό ὅτι οἱ κύκλοι πού
συνδέονται μέ τόν συγκεκριμένο κυρό Μητροπολίτη στάθηκαν πάντοτε
μέ ἀρνητική στάση ἔναντί μας.
Ἐκεῖ ὅμως πού ὁ κ. Φράσερι ἔφθασε στό κατακόρυφο τῆς
ἀδίστακτης συκοφαντικῆς ἐπιθέσεως ἐναντίον μου εἶναι ὅταν
παραθέτει “μιά μοιραία συμφωνία”, ὅπως τή χαρακτηρίζει. Δηλώνω
ὑπεύθυνα ὅτι τό κείμενο αὐτό, πού ἀποτελεῖται ἀπό δέκα σημεῖα, εἶναι
ἡ πρώτη φορά πού τό βλέπω. Ἀγνοῶ πλήρως, καί σήμερα ἀκόμα, τά
ὀνόματα τά ὁποῖα ὑπογράφουν· καί θεωρῶ τό κείμενο ἐντελῶς
ἀσυνάρτητο καί παραπλανητικό. Περισσότερο μοιάζει μέ κουτοπόνηρη
προβοκάτσια -δέν ξέρω ποίων ἀλβανικῶν ἤ ἑλληνικῶν ἐθνικιστικῶν
κύκλων –οἱ ὁποῖοι ἐπεχείρησαν στήν ἀρχή τῆς διακονίας μου ὡς
Ἀρχιεπισκόπου νά δημιουργήσουν σύγχυση καί νά μέ κατασπιλώσουν.
Τό ἐν λόγω κείμενο παρουσιάζεται σάν κάποιο πρόγραμμα, καί
δημιουργεῖ τήν ἐντύπωση ὅτι αὐτές οἱ “προγραμματικές
δραστηριότητες” πραγματοποιήθηκαν. Καί πάλι ὅμως τόν διαβεβαιώνω
ὅτι ἀγνοῶ πλήρως καί πρόγραμμα καί οἱαδήποτε ἐφαρμογή του. Ὁ κ.
Φράσερι συνεχίζει: “Ἔχοντας ἀποδεχθεῖ τήν ἑλληνική πρόταση, ὁ
Ἀρχιεπίσκοπος κ. Βαρθολομαῖος ἔστειλε στόν Πρόεδρο τῆς Ἀλβανίας
Ραμίζ Ἀλία τό αἴτημα νά γίνει δεκτό σάν Ἔξαρχος ὁ Α.Γ. καί τήν ἴδια
στιγμή γιά τό αἴτημα γιά τέσσερις Ἕλληνες μητροπολίτες …”. Καί πάλι
μπλέκει τά γεγονότα. Ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος δέν ἔχει
ἐπικοινωνήσει μέ τόν Πρόεδρο Ραμίζ Ἀλία. Ὅταν ἔγινε ἡ ἐκλογή τοῦ
Ἀρχιεπισκόπου καί τῶν τριῶν ἄλλων Μητροπολιτῶν, 24.6.1992, ὁ κ.
Ραμίζ Ἀλία δέν ἦταν Πρόεδρος.
ΕΚΛΟΓΗ - ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ
6. ᾽Αλλά γιά νά ὑπάρξει μία ὑπεύθυνη περιγραφή τῶν γεγονότων
ἐκείνων τοῦ 1992 καί νά μήν ἀφεθεῖ στό μέλλον περιθώριο συγχύσεως,
εἶναι ἀναγκαῖο νά ἀναφερθῶ περιληπτικά στά γεγονότα τά ὁποῖα ὁ κ.
Φράσερι ἐπεχείρησε νά παρουσιάσει ἀνακατεύοντας τόσες
συκοφαντίες καί ἀνακρίβειες. Ὅταν ἐπί 23 ὁλόκληρα χρόνια εἶχε
διαλυθεῖ κάθε ἐκκλησιαστική δομή στήν Ἀλβανία, ἡ μόνη ἀρχή πού εἶχε
τήν εὐθύνη καί τή δυνατότητα νά ἀναλάβει πρωτοβουλία γιά τήν
ἀνασύσταση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στήν Ἀλβανία ἦταν τό
Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως. Αὐτό ἀναγνωρίζεται
ἀπό ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ὡς πρῶτον τῇ τάξει καί ὑπεύθυνο
γιά τίς ἐν ἀνάγκῃ εὑρισκόμενες Ἐκκλησίες. Γιά τίς δέουσες ἐνέργειες
εἶχε προφανῶς τήν ὑπεύθυνη γνώμη πεπειραμένων νομοκανονολόγων
καί θεολόγων.
Στό τέλος τοῦ 1990, ἐνῶ ἤμουν ἤδη 18 χρόνια Καθηγητής τῆς
Ἱστορίας τῶν Θρησκευμάτων στό Ἐθνικό καί Καποδιστριακό
Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν καί Ἐπίσκοπος, Γενικός Διευθυντής τῆς
Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μοῦ ζητήθηκε ἀπό
τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο νά μεταβῶ στήν ᾽Αλβανία, ἡ ὁποία μόλις
ἔβγαινε ἀπό τή μακρά περίοδο ἀθεϊστικοῦ διωγμοῦ, γιά νά ἐξετάσω τίς
νέες θρησκευτικές συνθῆκες καί τίς δυνατότητες ἀνασυγκροτήσεως
τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Μιά τέτοια ἀποστολή δέν τήν εἶχα ποτέ
σκεφθεῖ. Προοπτική μου ἦταν ἡ Ἱεραποστολή στήν Ἀφρική, ὅπου καί
εὑρισκόμουν ἐκείνη τήν ἐποχή. Τό προηγούμενο μόνο ἔτος (1989),
ὅπως προανέφερα, στό Σάν Ἀντόνιο, Τέξας, τῶν Η.Π.Α., στήν Παγκόσμια
Ἱεραποστολική Συνέλευση τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν,
στήν ὁποία, προήδρευα, μιλώντας στήν ἐναρκτήρια ὁμιλία μου,
“Γενηθήτω τό θέλημά Σου - Ἱεραποστολή στά ἴχνη τοῦ Χριστοῦ”, καί
περιγράφοντας τίς χῶρες ὅπου οἱ χριστιανοί ἀντιμετώπιζαν δυσκολίες,
ἐπεσήμανα τό μεγάλο λάθος καί ἁμάρτημα τῶν χριστιανῶν: “… νά
ἀδιαφοροῦμε γιά τίς ἀδικίες στήν Εὐρώπη, ὅπως λ.χ. στήν Ἀλβανία,
ὅπου καταπιέζονται 400 χιλιάδες χριστιανοί (τότε δέν ἤξερα ἀκριβῶς
τούς ἀριθμούς), στούς ὁποίους τό σύνταγμα τῆς χώρας ἀπαγορεύει
κάθε ἐκδήλωση πίστεως, ἀκόμα καί τό στοιχειῶδες δικαίωμα νά
πιστεύουν”.
Ἔφθασα στά Τίρανα, μόλις ἐδόθη ἡ συγκατάθεση τῶν
ἀλβανικῶν ἀρχῶν, στίς 17.7.1991. Κατά τήν περιοδεία μου στή χώρα
διαπίστωσα τή φοβερή ἐρήμωση πού εἶχε προκαλέσει ὁ ἀδυσώπητος
διωγμός. Ἡ πρώτη ἐνέργειά μου ἦταν ἡ διαμόρφωση κάποιας
στοιχειώδους ἐκκλησιαστικῆς δομῆς γιά τήν ἐκπροσώπηση τῆς τοπικῆς
Ἐκκλησίας. Γι᾽ αὐτό συγκαλέσαμε (1-2.8.1991) Γενική Κληρικολαϊκή
Συνέλευση, μέ συμμετοχή 15 κληρικῶν, πού εἶχαν ἀπομείνει καί 30
λαϊκῶν, ἐκπροσώπων τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἐπαρχιῶν τῆς Ἀλβανίας. Στή
Συνέλευση ἐξετάστηκε διαγραμματικά ἡ μετακομμουνιστική κατάσταση
καί ἐξελέγησαν τέσσερις ἀρχιερατικοί ἐπίτροποι καί κληρικολαϊκό
Γενικό Συμβούλιο μέ 13 μέλη. Βασική προσπάθειά μας ὑπῆρξε ἡ
ἀναζήτηση καταλλήλων προσώπων ἀλβανικῆς ὑπηκοότητος γιά νά
χειροτονηθοῦν ἐπίσκοποι· κυρίως δέ ἡ ἐξεύρεση ὑποψηφίου
ἀρχιεπισκόπου, ἔστω καί ἀπό τίς τάξεις τῶν μορφωμένων ἀγάμων
λαϊκῶν. Δυστυχῶς τοῦτο κατέστη ἀδύνατο. Ὅλοι καί ὅλα
συμφωνοῦσαν ὅτι ἡ ἀνόρθωση τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας ἀποκλειστικῶς
μέ τίς δικές της δυνάμεις ἦταν ἀνέφικτη.
Τόν Μάιο τοῦ 1992, ἑτοιμαζόμουν νά ἐπιστρέψω στά
πανεπιστημιακά μου καθήκοντα. Εἶχα ἤδη προταθεῖ ὡς μέλος τῆς
Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν. Τότε, πολλοί κληρικοί καί λαϊκοί τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ἀλβανίας, ἀνεξαρτήτως καταγωγῆς, παρεκάλεσαν νά παραμείνω καί νά
ἀναλάβω τό ἔργο τῆς ἀνασυστάσεως τῆς καθημαγμένης Ἐκκλησίας.
Κληρικολαϊκή ᾽Αντιπροσωπεία ἐπισκέφθηκε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο
(5-8.6.1992), γιά πρώτη φορά μετά τόν διωγμό, καί ζήτησε τήν ἐκλογή
τοῦ Πατριαρχικοῦ Ἐξάρχου ὡς Προκαθημένου της. Δέν ἐπρόκειτο γιά
προσφορά κάποιου “θρόνου”· ἡ Ἀρχιεπισκοπή δέν διέθεται οὔτε ἕνα
δωμάτιο, οὔτε ἕνα φύλλο χαρτιοῦ, οὔτε ἕνα λέκ. Ἦταν ἀνάθεση μιᾶς
σταυρικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀποστολῆς σέ μιά ἐρειπωμένη καί δύσκολη
περιοχή.
Στίς 24.6.1992, ἡ Ἱερά Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου
ἐξέλεξε παμψηφεί Ἀρχιεπίσκοπο Τιράνων καί πάσης Ἀλβανίας τόν μέχρι
τότε πατριαρχικό Ἔξαρχο, καθώς καί τρεῖς Μητροπολίτες, γιά νά
συγκροτηθεῖ τοπική Σύνοδος. Ἡ ἐνέργειά της αὐτή στηριζόταν στό
γεγονός ὅτι τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἔχει τήν εὐθύνη γιά τίς
ἐμπερίστατες Ἐκκλησίες, ὅτι ἦταν αὐτό πού εἶχε δώσει τήν
Αὐτοκεφαλία στήν Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας. Συνεπῶς, αὐτό τό ἴδιο
ἔπρεπε νά ἀναλάβει πρωτοβουλία γιά τήν ἀνασύσταση, τό
συντομώτερο, τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας. Ἐπί 23 χρόνια εἶχε καταργηθεῖ
κάθε δομή τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας, καί γιά ὁρισμένους
θεολόγους, ἐφόσον δέν ὑφίστατο τοπική Ἐκκλησία, δέν ὑφίστατο καί
Αὐτοκέφαλο. Μέ τήν ἐκλογή τοῦ ἀρχιεπισκόπου, τό Οἰκουμενικό
Πατριαρχεῖο δέν ἐνδιαφέρθηκε νά ἄρει τό Αὐτοκέφαλο, ἀλλά ἀκριβῶς
τό ἀντίθετο, νά τό ἐξασφαλίσει. Γιά νά μήν ἀφήσει καμιά ἀμφιβολία,
ἀπεφάσισε νά ἐπισπεύσει τίς διαδικασίες. Οὐσιαστικά, νά
ἐπανασυστήσει τήν ἐκκλησιαστική δομή ἐκλέγοντας ἀμέσως
ἀρχιεπίσκοπο. Διότι Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία χωρίς ἐπίσκοπο δέν νοεῖται.
Σχετικά μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὁ κ. Φράσερι ἄλλοτε
ἐκφράζεται θετικά, ἄλλοτε ἀρνητικά. Ἀναγνωρίζει τό κύρος τή
νομοκανονική ἐμπειρία καί τίς ἐνέργειες τοῦ Οἰκουμενικοῦ
Πατριαρχείου γιά τό 1937. Ἀλλά γιά τό 1992, αὐθαίρετα τά ἀμφισβητεῖ.
Ἐπανειλημμένως ἀναφέρεται στόν Τόμο τοῦ Αὐτοκεφάλου πού
ἐξεδόθη ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τό 1937. Ἀλλά, φαίνεται, δέν
τόν ἔχει διαβάσει. Ἰσχυρίζεται ὅτι, “σύμφωνα μέ τό Κανονικό -
Ἐκκλησιαστικό Δίκαιο, εἶναι σέ ἰσχύ τό Καταστατικό τοῦ 1929 πού
ἐγκρίθηκε ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο στόν Τόμο τοῦ 1937”. Καί
συμπληρώνει ὅτι “ὅταν ἐξελέγη ἀρχιεπίσκοπος δέν ὑπῆρχε μία Ἱερά
Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας πού ἔχει τό δικαίωμα νά ἐκλέγει
τόν Ἀρχιεπίσκοπο τῆς Ἀλβανίας”. Μά ἀκριβῶς γι᾽ αὐτό τόν λόγο ἦταν
ἀπαραίτητο νά ἐκλεγεῖ, χωρίς καθυστέρηση, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἀπό τή
Σύνοδο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τό ὁποῖο εἶχε παραχωρήσει
τήν Αὐτοκεφαλία.
Ὕστερα ἀπό ἀναμονή μιᾶς ἑβδομάδος, ὁ τότε Πρόεδρος τῆς
Ἀλβανίας κ. Σαλί Μπερίσα μοῦ δήλωσε (30.6.1992) ὅτι μέ δέχεται ὡς
Ἀρχιεπίσκοπο, ἀλλ᾽ ἐπ᾽ οὐδενί συγκατατίθεται στήν ἔλευση ἄλλων
ἱεραρχῶν ἑλληνικῆς καταγωγῆς. Τό ἴδιο ἐπανέλαβε στήν τριμελή
πατριαρχική Ἀντιπροσωπεία ἡ ὁποία τόν ἐπεσκέφθηκε στίς 4 Ἰουλίου
1992.Ἡ ἐνθρόνιση ἔγινε στόν Καθεδρικό Ναό Τιράνων στίς 2
Αὐγούστου 1992, παρουσία ὅλων τῶν κληρικῶν καί λαϊκῶν ἐκπροσώπων
τῶν ἐπαρχιῶν τῆς Ἀλβανίας. Ἡ Θεία Λειτουργία τελείωσε κανονικά,
καθώς καί ἡ προβλεπομένη ἁπλή τελετή τῆς ἐνθρονίσεως. Πρός τό
τέλος, μιά ὁμάδα ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ γνωστοῦ μουσουλμάνου
βουλευτοῦ κ. Uran Budka ἔφθασαν στόν ναό καί φώναξαν συνθήματα
κατά τοῦ ᾽Αρχιεπισκόπου, ἐνῶ ἔξω ἀπό τόν ναό συνεπαρίσταντο δύο
ἄλλο, μή Ὀρθόδοξοι, βουλευτές, ὁ Α. Μπαλέτα καί ὁ Β. Ρέσο. Ὅπως
προκύπτει ἀπό τό ἄρθρο τοῦ κ. Τζότζε καί τή συνέντευξη τοῦ τέως
Γραμματέως τῆς Κρατικῆς Ἐπιτροπῆς Θρησκευμάτων κ. Δ. Φίτσο, πού
ἀναδημοσίευσε ἡ ἐφημερίδα σας (28.9.10), ἡ ἐνέργεια αὐτή κάθε ἄλλο
παρά αὐθόρμητη ἦταν· εἶχε σχεδιασθεῖ τήν παραμονή ἀπό πολιτικούς
κύκλους. Στό Tirana Hotel δέν ἔγινε καμμιά ἀκολουθία ἤ ἐκκλησιαστική
πράξη. Δόθηκε ἁπλῶς τό ἐπίσημο γεῦμα. Ὁ κ. Φράσερι ἐπιμένει, στήν
περιγραφή τῶν γεγονότων τῆς 2ας Αὐγούστου 1992, ὅτι ἔγινε
ἐνθρόνιση στό λόμπυ τοῦ ξενοδοχείου Τίρανα. Ἤδη ἔχουν δημοσιευθεῖ
καταθέσεις αὐτοπτῶν μαρτύρων πού στηρίζουν τή δική μου περιγραφή
(ὅπως τῶν: Ρ. Μπάρκα, Albania, 13.10.2010, καί Shekuli, 14.10.2010, καί
καθηγητοῦ Θ. Παπαπαύλι (Α. Λουκάνι, Tirana Observer, 19.10.2010).
Ἔχουν δέ σταλεῖ πολλές ἄλλες ἐπιστολές, ὅπως ἀπό τό Βεράτι μέ
ἑκατοντάδες ὑπογραφές, τό Δυρράχιο, τήν Πρεμετή, πού ἀκόμη ὅμως
δέν ἔχουν δημοσιευθεῖ).
Ὁ κ. Φράσερι ὅμως ἰσχυρίζεται ὅτι, “σύμφωνα μέ τούς
ἐκκλησιαστικούς κανόνες, ἕνας ἱερέας, ἐπίσκοπος ἤ ἀρχιεπίσκοπος τῆς
Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ὀνομάζεται ἐνθρονισμένος κανονικῶς ὅταν τό
σύνολο τῶν πιστῶν πού βρίσκεται ἐκείνη τή στιγμή στήν ἐκκλησία,
φωνάζει ὁμόφωνα τόν βυζαντινό ὅρο Ἄξιος, ἐάν ὁ προτεινόμενος
ὑποψήφιος γίνεται δεκτός ἐκ μέρους του”. Καί καταλήγει ὅτι “ἀρκεῖ
μόνο ἡ παρουσία μιᾶς μικρῆς ὁμάδος ἀπό τούς ἀντιπάλους πού
φωνάζουν “Ἀνάξιος” γιά νά ἀκυρώσει τήν ἐκλογή τοῦ κληρικοῦ, στήν
περίπτωσή μας τοῦ Α.Γ.”. Καί αὐτό τό ἐπαναλαμβάνει ἐπανειλημμένως
μέ διάφορες φράσεις. Πρόκειται γιά μεγάλων διαστάσεων;
παραπληροφόρηση. Προκαλῶ εὐθέως τόν κ. Φράσερι νά ἀναφέρει ποιός
Ἐκκλησιαστικός Κανών περιέχει αὐτό πού ἰσχυρίζεται. Δέν ὑπάρχει
οὐδείς· οὔτε καμμία σχετική διάταξη.
Ἐπειδή πάντως ἐπανέρχεται συχνά σ᾽ αὐτή τή θεωρία περί
“ἀκυρώσεως τῆς ἐκλογῆς”, ὀφείλω νά εἶμαι ἀναλυτικός στήν ἀναίρεσή
της. Κατ᾽ ἀρχήν, κάνει σύγχυση μεταξύ διαδικασίας ἐκλογῆς καί
ἐνθρονίσεως Ἡ ἐκλογή πού ἔγινε ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τήν
24η Ἰουνίου 1992. Ἦταν ἕνα τετελεσμένο, κατά τό ἐκκλησιαστικό
Δίκαιο, γεγονός. Κοινοποιήθηκε μέ ἐπίσημα Πατριαρχικά Γράμματα σέ
ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, γιά νά περιλάβουν στά
Δίπτυχά τους καί πάλι, ὕστερα ἀπό 40 χρόνια ἀπουσίας, τό ὄνομα τῆς
Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας, ἀλλά καί τό ὄνομα τοῦ Προκαθημένου της. Ὁ
ἰσχυρισμός τοῦ κ. Φράσερι ὅτι ἡ ἐνθρόνιση (ἀφήνει νά ἐννοηθεῖ καί ἡ
ἐκλογή) τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἀκυρώθηκε αὐτομάτως ἐπειδή μιά
μικρή ὁμάδα φώναξαν ἀνάξιος, εἶναι, ἀπό πλευρᾶς Κανονικοῦ Δικαίου,
ἐντελῶς ἀβάσιμος. Οὐδείς Κανών τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στηρίζει
μία τέτοια θεωρία (ὁ ἐνδιαφερόμενος μπορεῖ νά βεβαιωθεῖ γι᾽ αὐτό
ἀνατρέχοντας σέ ἔγκυρα βιβλία. Π.χ. Ἀμ. Ἀλιβιζάτου, Ἱεροί κανόνες. Γ.
Α. Ράλλη, – Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα τῶν θείων καί ἱερῶν κανόνων, ἑξάτομο
ἔργο. Τό Μέγα Εὐχολόγιον).
Ὁ Ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης (1429), πού ἀναφέρεται στό θέμα
χειροτονίας ἐπισκόπου καί ἐνθρονίσεως, διευκρινίζει ὅτι τό “Ἄξιος”
εἶναι ἐπευφημία καί εὐχή πρός τόν ἤδη χειροτονηθέντα κληρικό ἤ
ἐνθρονισθέντα· “… καί ἀναγορεύεται ἄξιος ὡς παρά τοῦ θεοῦ γεγονώς
ἄξιος … καί ἀξίως τοῦ ἔργου ὀφείλων πολιτεύεσθαι, καί ὡς εὐχήν
τοῦτο δεχόμενος ἄξιος”. (Περί τοῦ Θείου Ναοῦ, 210). Ἡ ἐνθρόνιση
γίνεται κατά τή διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας, μετά τό Τρισάγιον τῆς
πρώτης πανηγυρικῆς Λειτουργίας τοῦ Ἀρχιεπισκόπου. Βασικό ἐπίσης
στοιχεῖο τῆς τελετῆς (δέν πρόκειται περί μυστηρίου) εἶναι ἡ ἀνάγνωση,
πρᾶγμα πού ἔγινε κανονικά, τοῦ πρακτικοῦ τῆς Συνόδου πού τόν
ἐξέλεξε.
Ἡ ὁμάδα πού ὀργάνωσε τότε τήν θορυβώδη ἐκείνη ἐπιχείρηση,
προερχόμενη ἀπό ἀθεϊστική ἐκπαίδευση πολλῶν δεκαετιῶν τήν ὁποία
εἶχε ὑποστεῖ πρό τοῦ 1990, δέν ἦταν σέ θέση νά γνωρίζει ἐπαρκῶς τό
ὀρθόδοξο Κανονικό Δίκαιο καί, υἱοθετώντας ἀνεύθυνη γνώμη κάποιου
ἡμιμαθοῦς, νόμιζε ὅτι ἀνακάλυψε ἕνα μεγάλο ἐπιχείρημα γιά νά πλήξει
τόν νέο Ἀρχιεπίσκοπο. Οἱ φωνές τους ὅμως αὐτές,(καί μάλιστα πολλῶν
μή Ὀρθοδόξων) δέν ἀπέφεραν κανένα κανονικό ἀποτέλεσμα, οὔτε
συνιστοῦν πράξη ἀκυρότητος. Ἡ ἐνθρόνιση εἶχε ἤδη συντελεσθεῖ κατά
τή διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας πού εἶχε τελειώσει. Ἡ
καθυστερημένη ἐπίθεσή τους ἦταν χρήσιμη μόνο γιά δημοσιογραφική
ἐκμετάλλευση καί δημιουργία ἐντυπώσεων σέ κοινό πού ἀγνοεῖ τά τῆς
Ὀρθοδοξίας. Γι᾽ αὐτό καί σύντομα ἐγκαταλείφθηκε.
Ἐκεῖ ὅμως πού ὁ κ. Φράσερι ὑπερβαίνει κάθε ὅριο λογικῆς καί
εὐπρεπείας, εἶναι ὅταν διατείνεται ὅτι “τό πιό ἀδύναμο σημεῖο τῆς
ἐνθρονίσεώς του ὡς ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας εἶναι τό γεγονός ὅτι
μέχρι σήμερα, μετά ἀπό 18 χρόνια, δέν ἔχει δημοσιεύσει μιά ἁπλή
ἐγγραφή πού ἔχει κρατηθεῖ στήν τελετή τῆς ἐνθρονίσεως καί ἔχει
ὑπογραφεῖ ἀπό τούς ἐπισκόπους πού ἔλαβαν μέρος στήν ἐνθρόνισή
του ὅπου δηλώνουν ὑπεύθυνα ὅτι στήν ἱερά τελετή τῆς 2ας Αὐγούστου
1992 πού ἔγινε στόν Καθεδρικό Ναό τῶν Τιράνων ὁ Σεβασμ.
Ἀναστάσιος Γιαννουλάτος ἐξελέγη σύμφωνα μέ τούς παραδοσιακούς
κανόνες Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς
Ἀλβανίας. Χωρίς ἕνα τέτοιο ἔγγραφο, ὅλες οἱ δηλώσεις πού ἔκανε εἶναι
ἄχρηστες, μάλιστα μποροῦμε νά ποῦμε, μέ ὅλο τό θάρρος, ὅτι εἶναι
ἀπάτες”. Καί πάλι ὁ κ. Φράσερι ἀποδεικνύεται ὅτι δέν ἔχει καμιά γνώση
τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως. Συγχέει ἐκλογή καί ἐνθρόνιση. Ἡ ἐκλογή
εἶχε συντελεσθεῖ ἤδη στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί ἡ ἐνθρόνιση
ἦταν μιά συνέπεια, μιά τελετή πού δέν χρειάζεται οὔτε ὑπογραφές
ὄσων ἦταν παρόντες, οὔτε ἄλλες ἐγκρίσεις.
Ἡ ὅλη διαδικασία τῆς ἐγκαταστάσεως καί ἀποδοχῆς ἑνός
Ὀρθοδόξου Προκαθημένου σφραγίζεται μέ τήν ἀναγραφή του στά
Δίπτυχα ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί τή μνημόνευση
(ἐκφώνηση) τοῦ ὀνόματός του ἀπό ὅλους τούς ἄλλους
Προκαθημένους, κάθε φορά πού αὐτοί λειτουργοῦν. Αὐτό, λοιπόν
γίνεται ἐπί 18 χρόνια σέ ὅλο τόν Ὀρθόδοξο κόσμο, ὅταν καί ὅπου
λειτουργεῖ Πατριάρχης καί Ἀρχιεπίσκοπος Προκαθήμενος Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας.
Ὑπογραμμίζω ὅτι Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποτελεῖ ἑνιαῖο
πνευματικό Σῶμα. Οἱ πράξεις τῆς κάθε τοπικῆς Ἐκκλησίας
παρακολουθοῦνται καί ἐλέγχονται ἀπό ὅλο τόν Ὀρθόδοξο κόσμο.
Εἰδικότερα δέ ἡ ἐγκατάσταση νέου Προκαθημένου τοπικῆς Ἐκκλησίας
σφραγίζεται νομοκανονικά μέ τά Εἰρηνικά Γράμματα, τά ὁποῖα ὁ νέος
Προκαθήμενος ἀποστέλλει στούς Προκαθημένους τῶν ἄλλων
Ὁρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, καί τίς ἐπίσημες ἀπαντήσεις τίς
ὁποῖες ὁ ἴδιος λαμβάνει. Ἔτσι, ὁλοκληρώνεται ἡ ἀνάδειξή του στήν
κορυφή μιᾶς τοπικῆς Ἐκκλησίας καί ἡ ἀναγνώρισή του ἀπό τίς ἄλλες
Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες.
Ὁ κ. Φράσερι καί ἡ ὁμάδα πού τόν βοηθεῖ, ὕστερα ἀπό 18 χρόνια
ἐπιχειρεῖ νά φέρει πάλι στό προσκήνιο τή θεωρία περί ἀκυρότητος, γιά
νά προκληθεῖ θόρυβος, ὁ ὁποῖος ὅμως δέν ἔχει καμία οὐσιαστική
σημασία. Γιά νά συντονισθῶ, ἔστω γιά λίγο, μέ τό ὕφος του, θέλω νά
προσθέσω, ὡς ὁμότιμος καθηγητής καί διατελέσας κοσμήτωρ τῆς
Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐθνικοῦ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου
Ἀθηνῶν, ὅτι, ἐφόσον δέν ἔχει κάνει συστηματικές θεολογικές σπουδές,
καλόν εἶναι νά μήν ἀποφαίνεται τόσο ἐπίμονα γιά θέματα πού ἐπιπόλαια
γνωρίζει· διότι ἐκτίθεται διεθνῶς.
Παρά τήν ἀρχική συγκατάθεση τοῦ τότε Προέδρου τῆς
Δημοκρατίας, οἱ ἀλβανικές ἀρχές, μέ σειρά ἐνεργειῶν, δημοσιευμάτων
στίς ἐφημερίδες, τή συγκρότηση μιᾶς ὁμάδος ἀντιφρονούντων
Ὀρθοδόξων καί μή, ἀκόμα καί μέ προετοιμασία σχεδίων Νόμων,
ἐπεδίωξαν τήν ἐκδίωξη τοῦ νέου Ἀρχιεπισκόπου. Ἐν τούτοις, ἡ φωνή
τῆς ῍Ὀργανωτικῆς ἐπιτροπῆς γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς Ἀλβανικῆς
Ἐκκλησίας”, τήν ὁποία θυμήθηκε ὁ κ. Φράσερι, παρά τήν φλύαρη
ρητορική της, ἔπεσε στό κενό. Ἡ συντριπτική πλειοψηφία τῶν
Ὀρθοδόξων τήν ἀγνόησε.
Οἱ Ὀρθόδοξοι ἐκπρόσωποι, σέ ἔκτακτη κληρικολαϊκή Σύναξη στό
Δυρράχιο στίς 21.1.1993, διακήρυξαν ὅτι δέν πρόκειται νά ἀνεχθοῦν
κάτι τέτοιο. Τό φθινόπωρο τοῦ 1994, μέ τό σχέδιο Συντάγματος
ἐπιχειρήθηκε πάλι ἡ ἀπομάκρυνσή τοῦ Ἀρχιεπισκόπου. Τελικά ὅμως, τό
τελευταῖο καταψηφίσθηκε στό δημοψήφισμα τῆς 6.11.1994.
Καθοριστικό, ὅσον ἀφορᾶ τό ἀποτέλεσμα αὐτό, ἦταν ὅτι ἡ συντριπτική
πλειοψηφία τῶν Ὀρθοδόξων, ἀνεξαρτήτως ἐθνικῆς καταγωγῆς
(Ἀλβανοί, Ἕλληνες, Βλαχόφωνοι, Σλάβοι), συσπειρώθηκαν γύρω ἀπό
τόν Ἀρχιεπίσκοπο μέ ψυχική ἀφοσίωση. Πρῶτοι οἱ Ὀρθόδοξοι τῆς
Κορυτσᾶς ἄρχισαν νά συλλέγουν ὑπογραφές ὑπέρ τῆς παραμονῆς τοῦ
Ἀρχιεπισκόπου, καί τό παράδειγμά τους μιμήθηκαν οἱ Ὀρθόδοξοι τῶν
ἄλλων πόλεων, ὥστε ὁ ἀριθμός τους νά φθάσει τίς 80.000
(ἀνεξαρτήτως πολιτικῶν πεποιθήσεων). Ἀνάλογη ἦταν καί ἡ
συμπεριφορά τους στό δημοψήφισμα,
Τό 1994 ἔπαυσε ὁ θόρυβος τῶν ἀμφισβητήσεων, ἀκόμη καί ὁ κ.
Φράσερι μᾶς ἐπισκέφθηκε πολλές φορές στό κτίριο τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς
σέ ἑορταστικές ἐκδηλώσεις, χωρίς νά ἀναφέρει ποτέ τίς ἐπιφυλάξεις
του. Προκαλεῖ δέ τή θυμηδία ἡ φράση του: “στήν πραγματικότητα ὁ Α.Γ.
εἶναι ἀρχιεπίσκοπος τῶν γερόντων καί τῶν γεροντισσῶν”, ὅταν εἶναι
γνωστή ἡ ἡλικία του. Θά μποροῦσε νά εἶχε ἔρθει σέ μιά ἁπλή
Λειτουργία τῆς Κυριακῆς (πρᾶγμα πού δέν ἔχει κάνει τόσα χρόνια), γιά
νά δεῖ ὅτι ὁ ναός εἶναι κατάμεστος ἀπό ὅλες τίς ἡλικίες, ἰδιαίτερα ἀπό
νέους. Ἀκολούθησε τό δημιουργικό ἔργο τῆς ἀναπτύξεως τῆς
Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας, στό ὁποῖο
περιληπτικά ἀναφέρθηκα στό τέλος τῆς προηγουμενης ἀπαντήσεώς
μου, τό μέγεθος τοῦ ὁποίου ἀναγνωρίζεται τόσο ἀπό τούς Ὀρθοδόξους
τῆς Ἀλβανίας ὅσο καί, εὐρύτερα, ἀπό τόν ὑπόλοιπο Ὀρθόδοξο καί
γενικά τόν χριστιανικό κόσμο.
Τόν Ἰούλιο τοῦ 1996, χωρίς νεότερη συνεννόηση μέ τήν
ἀλβανική πολιτική ἤ τήν ἐκκλησιαστική πλευρά, κλήθηκα ὡς
Ἀρχιεπίσκοπος νά μεταβῶ στήν Κωνσταντινούπολη γιά νά τελέσω τίς
χειροτονίες τῶν Μητροπολιτῶν πού εἶχαν ἐκλεγεῖ τό 1992. Δέν
δέχθηκα, μένοντας συνεπής στά ὅσα εἶχαν συμφωνηθεῖ μέ τόν
Πρόεδρο τῆς Ἀλβανικῆς Δημοκρατίας. Ἀκολούθησαν ὀδυνηρές ἡμέρες,
διότι ἤμουν ὑποχρεωμένος, μέσα σέ κλίμα διπλῆς δυσπιστίας, νά ἐξηγῶ
ἐπανειλημμένως, πρός ἀμφότερες τίς πλευρές, ὅτι δέν εἶναι δυνατόν
νά ἐπιτευχθεῖ ὀρθή λύση μέ μονομερεῖς ἐνέργειες, ἀλλά μόνο μέ
συναινετικές διαδικασίες, πού ἀποκλειστικό στόχο θά ἔπρεπε νά ἔχουν
τήν ἀπρόσκοπτη πρόοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας. Διάφοροι
ἐθνικιστικοί κύκλοι τῆς Ἑλλάδος ἄρχισαν σκληρή πολεμική ἐναντίον
μου.
Τελικά, τό θέμα τῆς συγκροτήσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου
διευθετήθηκε ὕστερα ἀπό ἐπίπονες διαπραγματεύσεις μεταξύ
ἀντιπροσώπων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ἀλβανίας καί τῶν ἀλβανικῶν ἀρχῶν (Νοέμβριος 1997 – Ἰούλιος 1998), μέ
τήν κοινή ἀποδοχή τοῦ σχήματος, νά γίνει δεκτός ὁ ἐκλεγείς
Ἀρβανίτης Μητροπολίτης κ. Ἰγνάτιος καί νά ἐκλεγοῦν δύο Ἀλβανοί: ὁ
Ἀρχιμανδρίτης Ἰωάννης Πελούση ὡς Μητροπολίτης Κορυτσᾶς καί ὁ
Οἰκονόμος Κοσμᾶς Κύριο ὡς Ἐπίσκοπος Ἀπολλωνίας. Αὐτή ἐν συντομίᾳ
εἶναι ἡ ἱστορία τοῦ ξεκινήματος τῆς ἀνορθώσεως τῆς Ὀρθοδόξου
Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας.
ΤΟ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ
7. Ὁ κ. Φράσερι, ἐπιχειρώντας νά ἀποδείξει ὅτι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
εἶναι “παράνομος”, ἀποφαίνεται γιά τό ποιό εἶναι τό Καταστατικό τῆς
Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας Γιά νά ἔχουν οἱ
ἐνδιαφερόμενοι ἀναγνῶστες μιά σαφέστερη εἰκόνα, ἀναφέρω
περιληπτικά τά σχετικά γεγονότα.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας γνώρισε στό παρελθόν δύο
Καταστατικά. τ᾽ό παλαιότερο τοῦ 1929 καί τό νεότερο τοῦ 1950. Τό
τελευταῖο ἔγινε Νόμος τοῦ κράτους καταργώντας νομικά τό
προηγούμενο μέ τό διάταγμα 1065 τῆς 4ης Μαΐου τοῦ 1950. Ἀλλά καί
αὐτό τό διάταγμα ἔπαυσε νά ἰσχύει νομικά μέ τό διάταγμα 4337 τῆς
11ης Νοεμβρίου τοῦ 1967. Ὅπως εἶχε τό 1992 διευκρινίσει ὁ
Καθηγητής τῆς Νομικῆς Θ. Παπαπαύλη (Rilindja Demokratike, 16.9.1992),
μέ τό τελευταῖο διάταγμα “ἔχουν καταργηθεῖ ὅλα τά καταστατικά
τῶν θρησκευτικῶν ιοινοτήτων. Τό σημερινό (1992) Δημοκρατικό κράτος
τῆς Ἀλβανίας δέν ἔχει ἀκόμη Σύνταγμα. Οἱ Κύριες Συνταγματικές
Διατάξεις, πού ἔχουν ἐγκριθεῖ ἀπό τό πλουραλιστικό Κοινοβούλιο, δέν
ἀναφέρονται σ᾽ αὐτό τό θέμα. Στό νομοθετικό κενό πού τώρα ὑπάρχει,
κατά τή γνώμη μας ἰσχύουν οἱ Ἱεροί Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν
Συνόδων καί οἱ διεθνεῖς πράξεις πού ἐγγυῶνται τήν ἐλευθερία τῶν
θρησκευτικῶν κοινοτήτων”. Τό βασικό μειονέκτημα τῶν δύο αὐτῶν
Καταστατικῶν ἦταν ὅτι διαμορφώθηκαν καί ἐπεβλήθηκαν ἀπό πολιτικά
καθεστῶτα ἄσχετα καί ἐν πολλοῖς ἐχθρικά πρός τήν Ὀρθόδοξο
Ἐκκλησία. Διότι θέσπισαν ἐξαρτήσεις τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν κρατική
ἐξουσία. Τό πρῶτο, τοῦ 1929, ἔγινε ὅταν ἡ Ἀλβανία ἦταν μοναρχία. Καί
τό δεύτερο, τοῦ 1950, ὅταν στή χώρα εἶχε ἐπιβληθεῖ τό ἄθεο καθεστώς
καί τό κόμμα ἤθελε νά ἐλέγχει πλήρως τήν Ἐκκλησία. Καί τά δύο
παραθεώρησαν βασικές ἐκκλησιολογικές ἀρχές.
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν ἱδρύθηκε τόν 20ό αἰώνα καί ἔχει
Κανόνες πού εἶναι διαχρονικά καθοριστικοί καί ὑποχρεωτικοί γιά ὅλες
τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἀνά τόν κόσμο. Τά Καταστατικά τους, ἁπλῶς,
ἐπί τῇ βάσει αὐτῶν τῶν Κανόνων, προσδιορίζουν τίς σχέσεις μέ τίς
ἑκάστοτε πολιτικές ἡγεσίες. Καί τά δύο, πάντως, Καταστατικά, πού
θεσπίσθηκαν μέ Νόμους, καταργήθηκαν, πάλι μέ Νόμους, μέ τήν
κατάργηση τῶν παλαιῶν πολιτικῶν καθεστώτων. Τό ἀλβανικό κράτος
δέν καταλύθηκε τό 1991 ἀπό κάποια “ἐπανάσταση”. Συνεπῶς ἔχει νομική
καί νομοθετική συνέχεια. Βάσει δέ τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος τῆς
Δημοκρατίας τῆς Ἀλβανίας τοῦ 1998, πολλές διατάξεις τῶν
προηγουμένων Καταστατικῶν, καθώς καί οἱ προϋποθέσεις τους, εἶναι
ἐντελῶς ἀντισυνταγματικές.
Γιά νά ἀντιμετωπισθεῖ τό κενό τό ὁποῖο δημιουργήθηκε στό
διάστημα πού ἀκολούθησε τήν κατάργηση τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ἀλβανίας, μιά εἰδική ἐκκλησιαστική Γενική Συνέλευση ἐκπροσώπων
διαφόρων περιοχῶν τῆς χώρας συνεκλήθη στό Δυρράχιο στίς 21
Ἰανουαρίου 1993 καί ἀπεφάσισε, γιά τή μεταβατική περίοδο μετά τή
θέσπιση τῆς δημοκρατίας, τήν προσωρινή ἀποδοχή ὅσων ἄρθρων τοῦ
τελευταίου Καταστατικοῦ (τοῦ 1950) δέν ἀντέβαιναν στίς σύγχρονες
συνθῆκες· συγχρόνως, ὁμόφωνα ἀποδέχθηκε τήν ἐκλογή τοῦ
Ἀρχιεπισκόπου καί ἐπιβεβαίωσε τήν ἐμπιστοσύνη του σ᾽ αὐτόν. Ἐπίσης,
ἀπεφάσισε τήν ἀναμονή τοῦ νέου Συντάγματος τῆς Ἀλβανίας, ὥστε, ἐπί
τῶν ἀρχῶν πού αὐτό θά θέσπιζε, νά διαμορφωθεῖ τό νέο
Καταστατικό. Οὐσιαστικά, ἡ ζωή καί ἡ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας θά
ἐξακολουθοῦσαν νά ρυθμίζονται ἀπό τούς ἀποστολικούς καί
συνοδικούς Κανόνες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας οἱ ὁποῖοι ἰσχύουν γιά
ὅλες τίς τοπικές Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες.
Τό νέο Σύνταγμα τῆς Δημοκρατίας τῆς Ἀλβανίας, πού ψηφίσθηκε
τό 1998, καθόρισε τόν λαϊκό χαρακτήρα τοῦ κράτους (shtet laik) καί μέ
δύο ἄρθρα του (ἄρθρο 10 καί ἄρθρο 24) κατοχύρωσε πλήρως τή
θρησκευτική ἐλευθερία καί τήν ἀνεξαρτησία τῶν θρησκευτικῶν
κοινοτήτων. Μετά τήν ἐπικύρωση τοῦ νέου Συντάγματος, ἄρχισε ἡ
ἐκπόνηση τοῦ σχεδίου Καταστατικοῦ τῆς Ἐκκλησίας μας. Ζητήθηκε
ἐπίσης ἡ ἄποψη εἰδικῶν περί τά νομοκανονικά θέματα τῆς Ὀρθοδοξίας.
Στίς 4 Νοεμβρίου 2006, συνεκλήθη στή Θεολογική Ἀκαδημία
῍Ἀνάστασις”, παρά τῇ Ἱ. Μονῇ τοῦ Ἁγίου Βλασίου Δυρραχίου, εἰδική
Κληρικολαϊκή Συνέλευση, στήν ὁποία μετεῖχαν τά μέλη τῆς Ἱερᾶς
Συνόδου, τοῦ Κληρικολαϊκοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Συμβουλίου, ὅλοι οἱ
κληρικοί, καθώς ἐπίσης καί λαͺϊκοί ἐκπρόσωποι τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς καί
τῶν Μητροπόλεων μέ κατάλληλη ἐκπροσώπηση ἀνδρῶν, γυναικῶν καί
νέων. Ἡ κληρικολαϊκή αὐτή Συνέλευση, ἀποτελουμένη συνολικά ἀπό
257 μέλη, μελέτησε καί ἀποδέχθηκε ὁμόφωνα τό Σχέδιο τοῦ νέου
Καταστατικοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας.
Καί αὐτό τελικῶς ἐγκρίθηκε ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο στίς 6 Νοεμβρίου
2006. Τό ἐν λόγω Καταστατικό, στοιχώντας στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση,
καθιερώνει σαφεῖς καί εὐέλικτες διοικητικές δομές, μέ προτεραιότητα
στήν ἐν Χριστῷ “κοινωνία_______” καί μέ προοπτική τή “μαρτυρία” καί “διακονία”
τῆς Ἐκκλησίας στόν σύγχρονο κόσμο.
Σύμφωνα μέ τό ἄρθρο 10 τοῦ Συντάγματος τῆς Δημοκρατίας τῆς
Ἀλβανίας, ὑπεγράφη στίς 24 Ὀκτωβρίου 2008 ἡ προβλεπομένη ἀπό τό
Σύνταγμα “Συμφωνία μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἀλβανίας
καί τοῦ Ὑπουργικοῦ Συμβουλίου”, ἡ ὁποία στή συνέχεια ἐνεκρίθη ἀπό
τό Κοινοβούλιο. Τέλος, στίς 22 Ἰανουαρίου 2009, ἡ Συμφωνία αὐτή
ἐπικυρώθηκε ἀπό τόν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας κ. Μπαμίρ Τόπι καί
κατέστη Νόμος τοῦ κράτους (ἀρ. 10057/22.1.2009, Ἐφημερίδα τῆς
Κυβερνήσεως ἀρ. 7 τῆς 4.2.2009, σ. 138-146)). Ἀκολούθως, κατόπιν
ὑποβολῆς τῶν προβλεπομένων ἐγγράφων, τό Δικαστήριο τῶν Τιράνων
ἀνεγνώρισε καί νομικῶς τήν Ὀρθόδοξο Αὐτοκέφαλο Ἐκκλησία τῆς
Ἀλβανίας ἐπισήμως ὡς Νομικό Πρόσωπο, σύμφωνα μέ τό νομικό
καθεστώς τῆς Ἀλβανίας, διοικούμενον καί διεπόμενον ἀπό τό
ἀνωτέρω ἀναφερθέν Καταστατικό. Ἡ ἱστορία εἶναι ἕνα ποτάμι πού
τρέχει. Ἡ Ἐκκλησία προσαρμόζεται στίς νέες συνθῆκες. Καί ὅσοι
νοσταλγοῦν τό 1929 ἁπλῶς παραμένουν καί ζοῦν στό δικό τους
εἰκονικό κόσμο.
Η ΔΗΛΩΣΗ
8. Στόν ἐπίλογό του, ὁ κ. Φράσερι ἐπανέρχεται στή δήλωση τήν
ὁποία εἶχα κάνει σχετικά μέ τή δολοφονία τοῦ Ἀριστοτέλη Γκούμα καί
τή συνδυάζει μέ ἄλλες παρεμβάσεις. Τά σχετικά γεγονότα ἔχουν ὡς
ἑξῆς: Στίς 12 Αὐγούστου 2010, ἐνῶ βρισκόμουν στό Ἀργυρόκαστρο,
πληροφορήθηκα, ἀπό ἀναμφισβητήτου κύρους μάρτυρες, ὅτι ἕνας
νέος, μέλος τῆς Ἐκκλησίας μας, κατακρεουργήθηκε μέ ἄγριο τρόπο
ἐπειδή μιλοῦσε ἑλληνικά· καί ὅτι στή συνέχεια κινητοποιήθηκαν
ὀργισμένοι συμπατριῶτες του, μέ ἀποτέλεσμα τό πολύωρο κλείσιμο τῆς
κυκλοφορίας στήν περιοχή τῆς Χειμάρρας. Θεώρησα χρέος μου νά
συμβάλω μέ μιά δήλωση γιά νά εἰρηνεύσει ἡ κατάσταση. Τήν παραθέτω
καί πάλι.
“Μέ ἰδιαίτερη ὀδύνη συμμετέχω στόν βαθύ πόνο πού προκάλεσε ἡ
δολοφονία τοῦ Ἀριστοτέλη Γκούμα στή Χειμάρα. Συλλυποῦμαι ὁλόψυχα
τήν οἰκογένειά του, δεόμενος, ὅπως ὁ Θεός ἀναπαύσει ἐν εἰρήνη τήν
ψυχή του. Τέτοιες ἀδικαιολόγητες, βίαιες πράξεις, ἀπόλυτα
καταδικαστέες ἀπό κάθε ἐχέφρονα, ἀπειλοῦν νά δυναμιτίσουν τό κλίμα
ἁρμονικῆς συνυπάρξεως, γιά τό ὁποῖο ὅλοι οἱ σώφρονες πολίτες τῆς
Ἀλβανίας ἔχουν ἀγωνισθεῖ. Καί ἀκόμη, ἀπειλοῦν νά πυροδοτήσουν νέες
συγκρούσεις καί μίση στήν εὐρύτερη περιοχή. Στήν κρίσιμη, λοιπόν,
αὐτή στιγμή, ἀπαιτεῖται ἀπό κάθε ὑπεύθυνο νηφαλιότητα, ἀποφυγή
αὐτοδικιῶν, ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας καί ἐπιβολή τῆς δικαιοσύνης. Καί
ἀκόμη, ἐπιβάλλεται νά ἐνταθοῦν οἱ εἰλικρινεῖς προσπάθειες γιά νά
ἐξασφαλισθεῖ ὁ σεβασμός τῆς ἐλευθερίας κάθε πολίτη καί ὅλων
γενικῶς τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων του”.
Ὅπως σημείωσα στήν προηγούμενη ἀπάντησή μου, ἀνάλογες
παρεμβάσεις γιά ἀλήθεια καί εἰρήνη ἔκαμα καί ἄλλοτε στήν Ἑλλάδα,
ἀλλά καί στήν Ἀλβανία, σέ κρίσιμες μέρες, ὅπως μία ἔκκληση στίς 6
Μαρτίου 1997: “Στίς δύσκολες αὐτές ὧρες πού περνᾶ ὁ τόπος, δυό
λόγια ἁπλά -ἐν προσευχῇ- ἔχω ὡς Ὀρθόδοξος Ἀρχιεπίσκοπος νά πῶ
πρός κάθε κατεύθυνση: Ὄχι ἄλλο αἷμα! Ὄχι στή σύρραξη! Ὄχι στά
ὅπλα! Ὄχι μίσος στήν καρδιά! “Καί ὁ Θεός τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ᾽
ὑμῶν” (Φιλιπ. 4:9). Μόνο μέ αὐτοκυριαρχία, μετάνοια, ἀλήθεια,
συγγνώμη καί συνδιαλλαγή, μπορεῖ νά ἐξασφαλισθεῖ οὐσιαστική
εἰρήνευση καί νά ἀνοίξει ὁ δρόμος γιά ἕνα καλύτερο μέλλον”.
Ἔφθασε ἡ δήλωση, πού ἔγινε γιά τόν κατευνασμό μιᾶς
ἐκκρηκτικῆς καταστάσεως στίς 12 Αὐγούστου (καί ὄχι 13 Σεπτεμβρίου,
ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ κ. Φράσερι), γιά νά τόν μεταβάλει -ὅπως ὁ ἴδιος
διατείνεται- σέ σφοδρό πολέμιο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου. Γιά τίς δηλώσεις
πού ἔγιναν ἀργότερα ἀπό διάφορες πλευρές, δέν εἶχα καμμία
ἐπικοινωνία μέ κανένα. Ἀναφέρει δύο πρόσωπα τῆς ἑλληνικῆς
κοινότητος καί τόν Ἀναπληρωτή Ὑπουργό τῆς Ἑλλάδος (τοῦ ὁποίου
μάλιστα ἀγνοεῖ τό ὄνομα: τόν γράφει Δελαβεκούρα, ἐνῶ ἦταν ὁ κ. Δ.
Δρούτσας). Παραλείπει ὅμως -στή θεωρία του περί “συνωμοσίας” στήν
ὁποία ἔλαβα, δῆθεν, μέρος- νά σημειώσει ὅτι σ᾽ αὐτήν μετεῖχε καί … ὁ
πρωθυπουργός τῆς Ἀλβανίας κ. Σαλί Μπερίσα μέ τήν ἀκόλουθη δήλωσή
του (14.8.2010): “Ἡ σκόπιμη δολοφονία ἑνός ἀνθρώπου σέ κάθε
περίπτωση εἶναι ἕνα ἀπαίσιο καί καταδικαστέο ἔγκλημα. Τά αἴτια, σέ
περίπτωση πού ἐπιβεβαιωθοῦν τά ὅσα κυκλοφοροῦν, εἶναι ἀκόμα πιό
ἀπαίσια. Ἡ κυβέρνηση ζήτησε καί ζητᾶ ἀπό τά ὄργανα δημόσιας τάξης
νά καταβάλουν κάθε προσπάθεια, ὥστε νά φέρουν ἐνώπιον τῆς
δικαιοσύνης τόν κυριότερο δράστη αὐτοῦ τοῦ ἐγκλήματος. Τονίζω γιά
ἀκόμα μιά φορά, σέ περίπτωση πού ἐπιβεβαιωθοῦν τά αἴτια πού
ἀναφέρονται ἀπό τό ΜΜΕ ἀλλά καί ἀπό ἄλλους ἀνθρώπόυς, ὅτι 60 ðκάτι
τέτοιο κάνει αὐτό τό ἔγκλημα ἀκόμα πιό ἀπανθρωπο. Πρόκειται γιά
πράξη ἀκραίου καί τυφλοῦ φανατισμοῦ. Δέν πιστεύω ὅτι ὑπάρχει
Ἀλβανός πού νά μήν γνωρίζει ὅτι ἡ κοινότητα πού ζεῖ σ᾽ αὐτή τήν πόλη
εἶναι δίγλωσση καί αὐτό ὄχι σήμερα, ἀλλά καί ἀπό 100 καί 200 χρόνια
πρίν. Νά ἀπαντήσει κανείς στή γλώσσα πού ἐπιθυμεῖ, καί νά συμβεῖ κάτι
τέτοιο, εἶναι πολύ βαρύ. Αὐτά ὅμως θά τά διερευνήσει καί θά τά
διαλευκάνει ἡ δικαιοσύνη. Τά ὄργανα δημόσιας τάξης θά πρέπει νά
φέρουν ἐνώπιον τοῦ νόμου τόν δράστη. Ἐγώ ἐπωφελοῦμαι καί αὐτῆς
τῆς εὐκαιρίας –διότι ἐπικοινώνησα καί μέ τόν δήμαρχο καί μετέφερα τά
συλλυπητήριά μου στήν οἰκογένεια- νά ἐκφράσω γιά μία ἀκόμη φορά
στήν οἰκογένεια τά συλλυπητήρια, διότι εἶναι μιά ἀπαίσια πράξη νά
δολοφονεῖς κάποιον πού ἐπιστρέφει στό σπίτι του. Εἶναι μιά πράξη
βάρβαρη”.
Ὁ κ. Φράσερι κορυφώνει τό κατηγορητήριό του καί πάλι μέ
ἐντολή νά ἐγκαταλείψω τή χώρα. Ὁμως, δέν ἔχει κανένα θεσμικό ρόλο
μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, οὔτε βεβαίως σήμερα στήν Ἀλβανική
Κυβέρνηση. Ἡ συντριπτική πλειοψηφία τῶν Ὀρθοδόξων ὅλα αὐτά τά
χρόνια παρακολουθεῖ χωρίς προκατάληψη τά ὅσα ἔχουν συντελεσθεῖ
ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο καί τόν στηρίζει μέ τήν ἐμπιστοσύνη καί τήν
ἀγάπη τους. Ὅλες ἐπίσης οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες γνωρίζουν τό
τεράστιο ἔργο πού συντελέσθηκε στήν Ἀλβανία καί συμπαρίστανται. Τό
ἴδιο συμβαίνει καί μέ μεγάλους διαχριστιανικούς καί διαθρησκειακούς
ὀργανισμούς, τούς ὁποίους ἀνέφερα στήν ἀρχή. Ἡ συμβολή μου στήν
ἐπιστήμη, στήν Ἐκκλησία, τή διαχριστιανική προσέγγιση καί τόν
διαθρησκειακό διάλογο ἔχει διεθνῶς ἀναγνωρισθεῖ. Τοῦτο, μεταξύ
ἄλλων, μαρτυροῦν καί τά 24 βραβεῖα καί παράσημα, τά ὁποῖα μοῦ ἔχουν
ἀπονεμηθεῖ ἀπό ὀκτὠ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί διάφορες χῶρες. Πρό
ἔτους δέ, καί τό παράσημο τοῦ Γεωργίου Σκεντέρμπεη τῆς
Δημοκρατίας τῆς Ἀλβανίας.
Οἱ σκληρές ὑβριστικές λέξεις πού ἐπαναλαμβάνει, “Ἑλληνας
σοβινιστής”, “μυστικός πράκτορας τοῦ ἑλληνικοῦ σοβινισμοῦ στήν
Ἀλβανία” κ.τ.λ., ἀποτελοῦν ἀποκυήματα ἐμπαθοῦς φαντασίας
παρωχημένης ἐποχῆς. Εἶναι εὐρύτατα γνωστόν ὅτι ἀνήκω στούς
Ἕλληνες ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀγαποῦν, προφανῶς, τήν πατρίδα τους,
αλλά συγχρόνως σέβονται καί ἀγαποῦν τίς πατρίδες τῶν ἄλλων
ἀνθρώπων· καί ἐπιθυμοῦν νά συμβάλουν εἰλικρινῶς στήν
ἀλληλοκατανόηση, τή φιλία καί τή συνεργασία τῶν λαῶν. Ὁ κ. Φράσερι
καί οἱ περί αὐτόν προσπαθοῦν νά ἀνεγείρουν νέα “μπούνκερς” στή
φαντασία τῶν ἀνίδεων, γιά νά καλλιεργήσουν καί πάλι καχυποψίες,
φόβους καί μίση. Οὐδεμία ἀντιαλβανική ἐνέργεια διανοήθηκα ποτέ.
Πολύ περισσότερο, δέν ἔκανα. Μέ ἀφοσίωση στόν Θεό καί τή
βεβαιότητα ὅτι ἡ πίστη, ἡ ἐλπίδα καί ἡ ἀγάπη εἶναι ὅ,τι πιό πολύτιμο γιά
κάθε λαό, ἀγωνίζομαι ἐπί 19 τώρα χρόνια, μέ σεβασμό σέ κάθε
ἄνθρωπο, ἀδιακρίτως θρησκευτικῶν, πολιτικῶν ἤ ἄλλων πεποιθήσεων·
συμμετέχω στίς δοκιμασίες, τίς στερήσεις, τίς ἐλπίδες τοῦ ἀλβανικοῦ
λαού, μέ προσπάθειες γιά εἰρήνη, ἁρμονική συνύπαρξη καί πρόοδο.
Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τή βοήθεια ἐκλεκτῶν συνεργατῶν,
παράλληλα μέ τήν ἀνασυγκρότηση καί τήν ἀνάπτυξη τῆς Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας, πραγματοποιήσαμε ἐξαιρετικά ἔργα στούς τομεῖς παιδείας
(μέ ὑποτρόφους ἑκατοντάδες παιδιά καί νέους), ὑγείας, κοινωνικῆς
προνοίας, ἀγροτικῆς ἀναπτύξεως, προσφέροντας βοήθεια σέ
ἑκατοντάδες χιλιάδες ἀνθρώπους. Μέ ἔργα ὑποδομῆς (ἀνοικοδόμηση
περίπου 450 κτιρίων)· ὥστε ὁ διάδοχός μου νά βρεῖ μιά ἀρτίως
συγκροτημένη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Βεβαίως, ὅσοι εἶναι τυφλωμένοι
ἀπό προκατάληψη καί ἐμπάθεια δέν βλέπουν ὅλα αὐτά. Καί ὅταν ἀκόμη
τούς τά περιγράφουμε, ὅπως στήν προηγούμενη ἀπάντησή μου, τά
προσπερνοῦν. Ἀλλά τά ἔργα μένουν καί μιλοῦν, καί θά μιλοῦν μόνα
τους, διαχρονικά. Καί θά μαρτυροῦν, ποιός, τελικά, ἐργάσθηκε ἀληθινά
στήν κρίσιμη ἱστορική μετακομμουνιστική περίοδο τῆς χώρας, γιά τήν
πρόοδο τῆς ἀλβανικῆς κοινωνίας.
Ὁρισμένοι κύκλοι, στήν Ἀλβανία -ἀλλά καί στήν Ἑλλάδα-
προτιμοῦν νά ἀσχολοῦνται μέ καχυποψίες καί φαντάσματα τοῦ
παρελθόντος. Προσωπικά, πιστεύω στήν ἀνάγκη ἀλληλοκατανοήσεως
καί συμφιλιώσεως τῶν λαῶν, τήν εἰλικρινή συνεργασία καί ἀλληλεγγύη,
τήν κοινή πορεία πρός τό μέλλον μέσα στήν Ἑνωμένη Εὐρώπη. Καί σ᾽
αὐτή τήν κατεύθυνση ἀποβλέπουν ὅλες μου οἱ προσπάθειες.
26.10.2010__
Πηγή: Βορειοηπειρώτης

Δεν υπάρχουν σχόλια: